Μια δημοτική πινακοθήκη «γεννιέται»
ΔΗΜΟΣ ΧΑΛΑΝΔΡΙΟΥ

Μια δημοτική πινακοθήκη «γεννιέται»

Αρχικά τέθηκε ως ιδέα, στη συνέχεια βρήκε την υποστήριξη της δημοτικής Αρχής και τώρα ετοιμάζεται να πάρει σάρκα και οστά, καθώς δεκάδες ζωγράφοι προσφέρουν έργα τους, ώστε να δημιουργηθεί μια δημοτική Πινακοθήκη στο Χαλάνδρι.

Σ
τόχος, τόσο των καλλιτεχνών όσο και του δημάρχου Σίμου Ρούσσου, η προβολή της σύγχρονης εικαστικής σκηνής και η προώθηση της εικαστικής εκπαίδευσης, μέσα από μια μόνιμη στέγη, που θα διαθέτει έναν δικό της πολιτιστικό πλούτο.

Ήδη προ ημερών, το Δημοτικό Συμβούλιο με απόφασή του ενέκρινε τη δημιουργία της πινακοθήκης και ως χώρος κρίνεται ο πλέον κατάλληλος αυτός του κτιρίου «Νόμπελ», ωστόσο δεν αποκλείεται τελικά να στεγαστεί στο νέο Δημαρχείο, όταν ολοκληρωθούν οι εργασίες του.

Η ιδέα και η αρχική πρόταση ανήκει σε δύο Χαλανδριώτες ζωγράφους, τον Νίκο Οικονομίδη και τον Χρήστο Κεχαγιόγλου και ο αντιδήμαρχος Πολιτισμού και Διοικητικών Υπηρεσιών Σέργιος Γκάκας είναι αυτός που ανέλαβε να το «τρέξει», με όραμα τη δημιουργία μιας Πινακοθήκης σύγχρονης και πρωτοπόρας. Μία από τις πρώτες ενέργειές του ήταν να δημιουργήσει μία έμπειρη ομάδα εικαστικών και θεωρητικών της Τέχνης, η οποία ανέλαβε τον συμβουλευτικό ρόλο. Πέρα από τον αντιδήμαρχο και τους δύο εμπνευστές της ιδέας, την ομάδα έργου συνθέτουν και οι Νίκος Ζήβας (ζωγράφος, εικαστικός καλλιτέχνης), Δημήτρης Κριτσωτάκης (εικαστικός καλλιτέχνης, υπάλληλος της Διεύθυνσης Πολιτισμού), Κώστας Αγγελής (δημοτικός σύμβουλος, συγγραφέας), Πόπη Κρανίδη (ζωγράφος), Νάντια Αργυροπούλου (επιμελήτρια εκθέσεων), Γιάννης Μυλωνάς (ιστορικός τέχνης). Μάλιστα, η Επιτροπή αυτή απέκτησε κι έναν υπερ-παραταξιακό χαρακτήρα, καθώς τα πρόσωπα υποδείχθηκαν και από άλλες δημοτικές παρατάξεις.

 

«Ένα μοντέρνο, πρωτοπόρο και δημιουργικό στέκι»

«Ο δήμος Χαλανδρίου έχει ήδη μια σημαντική παρουσία στα πολιτιστικά και καλλιτεχνικά δρώμενα, κυρίως μέσω του Φεστιβάλ Ρεματιάς, ωστόσο αυτό είναι κάτι που έλειπε από μια πόλη, που έχει δημότες πολλούς καλλιτέχνες και εικαστικούς», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Γκάκας και συνεχίζει: «Από τότε που αναλάβαμε ως δημοτική Αρχή, έχουμε 15πλασιάσει τον προϋπολογισμό για τον Πολιτισμό, γιατί για εμάς ο Πολιτισμός είναι ένα δημόσιο αγαθό. Ως τέτοιο το αντιμετωπίζουμε και επομένως ως δημόσιο αγαθό πρέπει να το προσφέρουμε και στους πολίτες. Εξού και τα τόσα καλλιτεχνικά εργαστήρια, που έχουμε δημιουργήσει. Κατά καιρούς έχουν γίνει εκθέσεις, όμως στόχος μας είναι η μόνιμη Πινακοθήκη και η προβολή της εικαστικής Τέχνης με δράσεις και εκδηλώσεις. Η δημιουργία της δημοτικής Πινακοθήκης θα ενισχύσει κι άλλο αυτόν τον πολιτιστικό ρόλο και θα αποτελέσει ένα μοντέρνο και δημιουργικό στέκι. Οραματιζόμαστε λοιπόν μια Πινακοθήκη σύγχρονη και πρωτοπόρα, με φρέσκια και σύγχρονη φιλοσοφία, την οποία θα αγκαλιάσει η πόλη, αλλά και ολόκληρη η Αττική».

Ωστόσο, η δημοτική Πινακοθήκη, δεν θα έχει μόνο τον χαρακτήρα της στέγης εικαστικών δημιουργιών, αλλά και αυτόν της εκπαίδευσης. Λέει συγκεκριμένα ο κ. Γκάκας: «Ως δήμος έχουμε εργαστήρια ζωγραφικής, αλλά είναι για μεγάλους. Βέβαια, η πανδημία μας φρέναρε για λίγο, όμως τα ξεκινήσαμε πάλι. Και προγραμματίζονται πάλι και εκθέσεις. Με την Πινακοθήκη θα μπορέσουμε πλέον να απευθυνθούμε και στους μαθητές».

Και προσθέτει: «Όταν θα δημιουργηθεί η Πινακοθήκη θα αποτελέσει το Κέντρο εκπαιδευτικών δράσεων, που θα γίνονται στο Χαλάνδρι».

 

«Αυτό που με ενδιαφέρει είναι κυρίως τα παιδιά»

Ο ζωγράφος Νίκος Οικονομίδης (σ.σ. στη φωτογραφία πίνακάς του) ήταν εκ των εμπνευστών αυτής της πρωτοβουλίας. Ο ίδιος, εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ πώς προέκυψε η ιδέα της δημοτικής Πινακοθήκης: «Έχουμε μία πόλη, το Χαλάνδρι, που είναι από τους μεγαλύτερους δήμους της χώρας και επίσης έχουμε μια πόλη, όπου έχει δημότες πολλούς καλλιτέχνες και ζωγράφους. Γίνονται πολλά καλλιτεχνικά δρώμενα στην πόλη, όμως δεν είχε κάτι για τα εικαστικά, μόνο κάποιες μεμονωμένες δράσεις και εκθέσεις. Υπάρχουν άλλοι δήμοι στην Ελλάδα, που διαθέτουν δημοτική Πινακοθήκη, όπως είναι τα Ιωάννινα, η Καρδίτσα, η Λάρισα και κάπως έτσι το σκεφτήκαμε με τον Χρήστο Κεχαγιόγλου. Έχουμε κι έναν εξαιρετικό χώρο για κάτι τέτοιο, το κτίριο Νόμπελ, που είναι ιδιοκτησία του δήμου κι έτσι είδαμε ότι μπορεί να υλοποιηθεί η ιδέα. Βέβαια, σε αυτό το κτίριο χρειάζεται να γίνουν εργασίες, ωστόσο καλό είναι εμείς να προετοιμαζόμαστε από τώρα».

Ο κ. Οικονομίδης έχει έρθει σε επαφή με αρκετούς ζωγράφους, ώστε να προσφέρουν έργα τους στην Πινακοθήκη του δήμου Χαλανδρίου και στην ερώτηση για την ανταπόκριση που βρήκε, απαντά: «Είναι πολύ μεγάλη η ανταπόκριση. Ήδη έχουμε την έγκριση 37 ζωγράφων, οι οποίοι δέχθηκαν με χαρά να δωρίσουν έργα τους και τα οποία θα αποτελέσουν μία πρώτη μαγιά. Σιγά-σιγά βέβαια θα απλωθούμε. Θα είναι μια μεγάλη πρόκληση και για τους Χαλανδριώτες ζωγράφους, ενώ θα προστεθούν και πίνακες ζωγράφων που έχουν αποβιώσει. Και θα είναι και μια ευκαιρία για νέους ζωγράφους, που δεν έχουν τον τρόπο να προβάλλουν το έργο τους. Η δημοτική Πινακοθήκη θα τους δώσει την ευκαιρία να έχουν έναν χώρο για να δείξουν τα έργα τους».

Όμως εκεί που στέκεται ιδιαίτερα ο κ. Οικονομίδης, είναι στον εκπαιδευτικό χαρακτήρα της Πινακοθήκης. «Αυτό που με ενδιαφέρει κυρίως είναι τα παιδιά, να γνωρίσουν τη ζωγραφική, αλλά και τις εικαστικές τέχνες γενικότερα και να γνωρίσουν και τους Χαλανδριώτες ζωγράφους», λέει με εμφανή ενθουσιασμό στον τόνο της φωνής του και συνεχίζει: «Δεν μιλάω για εργαστήρια, αλλά να έρχονται σχολεία, όπου θα υπάρχει ένας ειδικός για να ξεναγήσει τα παιδιά και να τους περιγράφει τι είναι αυτό που βλέπουν. Στη συνέχεια, τα παιδιά θα μπορούν με τη σειρά τους να ζωγραφίσουν τι είδαν, τι τους άρεσε ή να ζωγραφίσουν πάνω σ’ ένα θέμα».

Για το αν θα υπάρξουν ρεύματα και τεχνοτροπίες, ο κ. Οικονομίδης λέει: «Κατ’ αρχήν όλων των τεχνοτροπιών, όμως από εκεί και πέρα, εγώ είμαι ζωγράφος, είμαι δηλαδή δημιουργός ο ίδιος, οπότε δεν μπορώ να διαχωρίζω. Υπάρχουν μέσα στην Επιτροπή ειδικοί και θεωρητικοί κι αυτοί θα κρίνουν τέτοια ζητήματα. Όμως, όλα αυτά θα προκύψουν αφού δούμε τα έργα. Τώρα, είμαστε στη φάση που έχουμε ήδη τις προσφορές από τους ζωγράφους, θα πρέπει λοιπόν να συγκεντρωθούν οι πίνακες, για να μπει μπροστά η Πινακοθήκη».

Και ως επίλογο, καταλήγει: «Οπότε, θα έχουμε έναν χώρο, θα έχουμε μια μόνιμη συλλογή, θα έχουμε εκθέσεις και όχι μόνο ζωγραφικής, αλλά και κεραμικής και γλυπτικής και θα έχουμε και όποιες άλλες ιδέες προκύψουν στο μέλλον».