Ο ίδιος άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο αυξήσεως των ορίων στο σύστημα IRIS που σήμερα είναι 500 ευρώ στις μεταφορές χωρίς προμήθειες στα 1.000 ευρώ ημερησίως.
Έτσι ώστε αυτό να καλύπτει αυτό που αισθάνεται η κοινή γνώμη στην Ελλάδα. Τονίζοντας μάλιστα ότι οι πολιτικές της κυβέρνησης είναι στοχευμένες και ορθολογικές σε αντίθεση με τις λαϊκίστικες πολιτικές που ζημιώνουν όχι μόνον την τράπεζα αλλά και την κοινωνία. Ενώ κορυφαία στελέχη του οικονομικού επιτελείου ζητούν από τις τράπεζες να μειώσουν ουσιαστικά τις χρεώσεις που επιβαρύνουν τους πολίτες στις συναλλαγές, οι οποίες, ως επί το πλείστον γίνονται ηλεκτρονικά.
Τα δε επιτοκιακά έσοδα από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες το τελευταίο εννεάμηνο σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, ανέρχονται στα 6,5 δις ευρώ περίπου, ενώ τα έσοδα από προμήθειες στα 1,5 δις ευρώ. Ως εκ τούτου επιτακτική καθίσταται και η αύξηση επιτοκίων κατάθεσης, καθόσον σε επίπεδο απλού ταμιευτηρίου, τα επιτόκια είναι μηδενικά, ενώ σε πολύ χαμηλά επίπεδα είναι και στις προθεσμιακές καταθέσεις και το επιτόκιο στα διμερή δάνεια φθάνουν το ποσοστό των 3,5%.
Όσον αφορά την υπέρβαση των φορολογικών εσόδων 3,5 δις ευρώ, αποδίδεται στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και στη διασύνδεση των POS με ταμειακές μηχανές και ηλεκτρονικές πληρωμές.
Καθ’ όσον σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας σε διάστημα 10 μηνών πραγματοποιήθηκαν 410.000 διασυνδέσεις.
Όμως τα τρία στα τέσσερα νομικά πρόσωπα της χώρας εμφανίζουν στις φορολογικές δηλώσεις ζημίες ή κέρδη που υπολείπονται του κατωτάτου μισθού. Οι δε Ο.Ε. και Ε.Ε. δεν ανήκουν σε κανενός είδους ελάχιστο φορολογικό εισόδημα. Οπότε ο φόρος που ενδεχομένως πληρώσουν εξαρτάται από τον έλεγχο των βιβλίων και τις ελεγκτικές δυνατότητες του Κρατικού μηχανισμού. Δεδομένου ότι το 26% των φορολογικών εσόδων είναι ανεπίδεκτα είσπραξης, είτε διότι οι οφειλέτες πτώχευσαν είτε οι επιχειρήσεις των τελούν υπό εκκαθάριση.
Το εισόδημα των νομικών προσώπων αντιπροσωπεύει το 6% των συνολικών εσόδων της χώρας, όταν ο μέσος όρος για τις χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ενώσεως διαμορφώνεται στο 12%.
Είναι μια από τις χειρότερες επιδόσεις στη λίστα εάν χρησιμοποιηθεί ως κριτήριο η αναλογία ως προς το ΑΕΠ το οποίο ποσοστό κατατάσσει την Ελλάδα στην 22α θέση με βάση τα στοιχεία της Eurostat.
Δεν παραλείπουμε να σημειώσουμε ότι η αύξηση των εσόδων είσπραξης δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη και περιορισμό της φοροδιαφυγής καθόσον μπορεί να πηγάζει και από την βελτίωση της οικονομικής δραστηριότητας λίγων και ισχυρών επιχειρήσεων οπότε παρίσταται αναγκαία η λήψη και εφαρμογή μέτρων, όπως δήλωση μέσω πλατφόρμας όπου δεν αναγνωρίζεται καμία δαπάνη χωρίς ηλεκτρονικό τιμολόγιο. Η επαγγελλόμενη μείωση του ΦΠΑ κατά 2% που αντιστοιχεί στον ΕΝΦΙΑ 2,5 δις ευρώ περίπου κατ’ έτος για να είναι αποτελεσματική θα πρέπει να καταλήγει στον καταναλωτή.
Πρωταθλήτρια υποκειμενικής φτώχειας εμφανίζεται η Ελλάδα στην Ε.Ε. αφού οι δύο στους 3 Έλληνες (στην δε ΕΕ το 24%) 67% θεωρούν ότι είναι πτωχοί διότι αδυνατούν να τα βγάλουν πέρα, πράγμα το οποίο μπορεί να δικαιολογήσει κανείς από την αύξηση των τιμών με ταχείς ρυθμούς τα τρία προηγούμενα χρόνια. Αφού ο ρυθμός αυτός είναι αναντίστοιχος με τα εισοδήματα όχι μόνον με τα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα αλλά και την λεγόμενη μεσαία τάξη.
Σε αντίθεση με άλλες χώρες που επλήγησαν μαζί με την χώρα μας κατά την οικονομική κρίση (Πορτογαλία, Ιταλία, Ισπανία) όπου οι εργαζόμενοι όλα αυτά τα χρόνια απώλεσαν το 1% της αγοραστικής αξίας, ενώ εμείς το 25% και για να τους φθάσουμε, δια στόματος του Διοικητού της Τραπέζης Ελλάδος κ. Στουρνάρα, θα απαιτηθούν άλλα 20 χρόνια.
Ενώ ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) προτείνει περιορισμό χαμηλών συντελεστών ΦΠΑ και εξαιρέσεων που ισχύουν αλλά και αύξηση φόρων σε προϊόντα (καπνός επιβολή ειδικού φόρου, κατανάλωση σε λιπαρή και αλάτι). Σημειώνει δε ότι η Ελλάδα χαρακτηρίζεται από χαμηλή παραγωγικότητα και αποτελεσματική διοίκηση.
Πάντως παρά τα εύσημα των εταίρων της χώρας για την σταθεροποίηση των δημοσίων οικονομικών της, παραμένει στην 25η θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης με βάση την ψηφιακή της ανταγωνιστικότητα και παραγωγικότητα ανά ώρα εργασίας βρίσκεται στο 44% της παραγωγικότητας της Ευρωζώνης.
* Ο κ. Ιωάννης Σκουτέρης είναι Δικηγόρος, τέως αντιδήμαρχος Χολαργού