Ποιες περιοχές της Αττικής κινδυνεύουν από πλημμύρες
ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΙΔΙΚΩΝ

Ποιες περιοχές της Αττικής κινδυνεύουν από πλημμύρες

Τον κώδωνα του κινδύνου κρούει η επιστημονική κοινότητα υπό τον φόβο αύξησης της συχνότητας εκδήλωσης φαινομένων όπως οι φονικές πλημμύρες που έπληξαν τη Βαλένθια.

O
ι αυξημένες θερμοκρασίες των θαλασσών τα τελευταία χρόνια και ειδικά στη Μεσόγειο, προκαλούν αύξηση της αστάθειας σε όλη την περιοχή, όπως αναφέρουν.

Κάπως έτσι, στη χώρα μας έχει αρχίσει να συζητείται με κάθε σοβαρότητα η πιθανότητα να γκρεμιστούν (έναντι κινήτρων και αποζημιώσεων για μετεγκαταστάσεις) ιδιοκτησίες επάνω σε μπαζωμένα ρέματα, ποτάμια και λίμνες για να αποφευχθεί μια τέτοια τραγωδία.

Η πικρή αλήθεια είναι ότι τα τελευταία χρόνια και όσο εντείνονται οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής ολοένα περισσότεροι επιστημονικοί φορείς προειδοποιούν ότι υπάρχει ακραίος κίνδυνος να βιώσουμε και στην Ελλάδα φονικές καταστροφές που προκαλούνται από ξαφνικές πλημμύρες (flash floods). Η χώρα μας, εξηγούν οι επιστήμονες, είναι εγκλωβισμένη σε έναν φαύλο κύκλο: οι πολύ υψηλές θερμοκρασίες φέρνουν βίαιες βροχοπτώσεις με μεγάλους όγκους νερού σε μικρό χρονικό διάστημα και η ξηρασία αφαιρεί από το έδαφος την ικανότητα να απορροφά τα ύδατα. Και πώς μπορούμε να προστατευτούμε από τέτοια φαινόμενα;

«Δεν μπορούμε», απαντούν οι μελέτες επιστημονικών φορέων, οι οποίες επισημαίνουν ότι στο κόκκινο του κινδύνου βρίσκεται η Αττική τόσο λόγω της εδαφικής ιδιομορφίας της όσο κυρίως της άναρχης αστικής ανάπτυξής της. Τις προηγούμενες δεκαετίες ολόκληρες συνοικίες ή βιομηχανικές περιοχές χτίστηκαν επάνω σε ποτάμια, ρέματα και λεκάνες απορροής υδάτων ή, στην καλύτερη περίπτωση, οι φυσικές οδοί του νερού σκεπάστηκαν με τσιμέντο για να περάσουν δρόμοι από πάνω τους σε ένα πάρτι αυθαιρεσιών και τσιμεντοποίησης. Το νερό όμως, όπως έλεγαν οι προηγούμενες γενιές, πάντα βρίσκει τον δρόμο του.

Κηφι-SOS από ρέματα και ποτάμια

Ειδικά στην ευρύτερη περιοχή της πρωτεύουσας, δεν χρειάζονται ιδιαίτερες επιστημονικές μελέτες για να καταδειχθεί ο κίνδυνος. Μόνο στο τελευταίο καλοκαιρινό ολιγόλεπτο μπουρίνι δρόμοι πλημμύρισαν σε σημείο που έγιναν αδιάβατοι, με χαρακτηριστικότερη περίπτωση τις υπόγειες διαβάσεις της λεωφόρου Συγγρού. Μέσα στον Αύγουστο, τα συνεργεία της Περιφέρειας Αττικής έστειλαν Κηφι-SOS, καθώς διαπίστωσαν ότι το μεγαλύτερο ποτάμι της Αττικής, ο Κηφισός, έχει φράξει σε ποσοστό έως και 30% και σε περίπτωση ακραίου καιρικού φαινομένου μπορεί να υπερχειλίσει.

Αμέσως έπιασαν δουλειά τα συνεργεία καθαρισμού, τα οποία απομάκρυναν περισσότερους από 2.000 τόνους (!) φερτών υλικών και μπάζων. Ο περιφερειάρχης, Νίκος Χαρδαλιάς, επιβλέπει προσωπικά τις εργασίες που γίνονται για πρώτη φορά μετά από αρκετές δεκαετίες, σχεδιάζοντας να συνεχιστούν οι καθαρισμοί στον Ιλισό και το ρέμα της Πικροδάφνης. Είναι όμως αυτό αρκετό;

«Όχι», απαντούν οι επιστημονικοί φορείς, οι οποίοι διαπιστώνουν ότι ο κίνδυνος προκύπτει όχι (μόνο) από τα ακαθάριστα ρέματα, αλλά κυρίως από την άναρχη δόμηση επάνω στα μπαζωμένα ρέματα. Στην εμφάνιση ακραίων φαινομένων η Αττική κινδυνεύει να πλημμυρίσει και να ξαναζήσει τραγωδίες όπως αυτή της Μάνδρας. Προσώρας, η κυβέρνηση εστιάζει στο να κάνουν οι περιφέρειες και οι δήμοι συστηματικά και έγκαιρα τους καθαρισμούς και ταυτόχρονα να προχωρήσει όσο το δυνατόν ταχύτερα η υλοποίηση των απαραίτητων αντιπλημμυρικών έργων που απαιτούν οι νέες, ακραίες κλιματολογικές συνθήκες και οι φυσικές καταστροφές που προκαλούν.

Ωστόσο, αυτό δεν είναι το μόνο. Με συνοικίες ολόκληρες να έχουν χτιστεί επάνω σε καμένα δάση που άλλοτε οι ρίζες των δέντρων συγκρατούσαν τα νερά, καθώς και σε μπαζωμένα ρέματα, ο υπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας Βασίλης Κικίλιας δηλώνει: «Αν μου λέτε τι πρέπει να γίνει, να γυρίσουμε πίσω τον χρόνο για το πώς από Αθήνα γίναμε Αττική χτισμένη ολόκληρη, αυτό δεν μπορώ να το κάνω. Αυτό που πιστεύω είναι ότι πρέπει να σκεφτεί πολύ σοβαρά και οργανωμένα η Πολιτεία να αρχίσει να δημιουργεί έναν κουμπαρά, ένα σημαντικό ποσό, και να αποδεχτούμε ότι θα πρέπει αποζημιώνοντας κάποιους συμπολίτες μας να κατεδαφίσουμε κάποιες οικίες και να ξεμπαζωθούν ρέματα».

Δεν είναι η πρώτη φορά που ο υπουργός αναφέρεται στην ανάγκη ενός σχεδίου ανοίγματος των ρεμάτων και ποταμιών της Αττικής με κάθε κόστος. Ακριβώς πριν από έναν χρόνο εξηγούσε ότι υπάρχουν ρέματα που έχουν μπαζωθεί στην Αττική και την υπόλοιπη χώρα και στα οποία έχουν γίνει κατασκευές, εργοστάσια, σπίτια. «Αν, λοιπόν, παραδεχτούμε ότι το κράτος έχει μια συνέχεια, τότε οφείλουμε να δούμε το θέμα γενναία και να πάει το κράτος να αποζημιώσει εκεί όπου υπάρχει ανάγκη να ανοίξουν και να ξεμπαζωθούν αυτά τα ρέματα», υποστήριζε ο ίδιος.

Δεν είναι όμως ο μόνος που θεωρεί ότι τα ποτάμια που μπαζώθηκαν πρέπει να ξαναβγούν στην επιφάνεια για να μη ζήσει η πρωτεύουσα μια τραγωδία όπως αυτή της Βαλένθια. Ο Δήμος Αθηναίων τρέχει πρόγραμμα αποτσιμεντοποίησης του Ιλισού και ανάπλασης του Ποδονίφτη στα όριά του, καθώς και επιστροφή στην επιφάνεια του παλαιού δικτύου ποταμών και ρεμάτων που έχουν μπαζωθεί.

Οι πλημμύρες στην Ελλάδα

Μετά την καταστροφή στη Βαλένθια, ο πρόεδρος του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας (ΟΑΣΠ), καθηγητής Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Ευθύμιος Λέκκας, κλήθηκε να θέσει επί χάρτου ένα σενάριο στο οποίο η Αττική θα έπρεπε να αντεπεξέλθει σε ανάλογο φαινόμενο. «Πολύ φοβάμαι ότι θα είχαμε το ίδιο», απάντησε ο έμπειρος καθηγητής. «Ο,τι έργα και να γίνουν, όποιες μεγάλες διαστασιολογήσεις και να έχουν τα έργα δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν σε τέτοια φαινόμενα. Ο τρόπος με τον οποίο έχουμε δομήσει τις πόλεις, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε όλη την Ευρώπη και την Αμερική, είναι ένας άστοχος τρόπος που επιτρέπει να αναπτυχθούν όλα αυτά τα φαινόμενα».

Ο κ. Λέκκας επισημαίνει ότι τα ακραία φαινόμενα είναι ένα στιγμιότυπο της κλιματικής κρίσης που στην Ελλάδα θα εξελιχθεί σε κανόνα τον οποίο δεν μπορούμε να διαχειριστούμε. «Θα υπάρχουν οι ίδιες εικόνες με αυτές της Βαλένθια. Δεν μπορούμε να διαχειριστούμε τέτοια φαινόμενα. Κάποια στιγμή θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι τα ακραία φυσικά φαινόμενα είναι πάνω από τις δυνάμεις μας, είναι πάνω από αυτά που μπορούμε να κάνουμε. Είναι πάνω από τις δυνάμεις μας ορισμένα φαινόμενα. Είναι εξαιρετικά ακραία και δεν μπορούμε να τα αντιμετωπίσουμε».

Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύτηκε προ περίπου ενός έτους στο επιστημονικό περιοδικό «Water», η Ελλάδα είναι μία από τις τέσσερις χώρες (μαζί με την Ιταλία, την Τουρκία και την Αίγυπτο) στις οποίες πυκνώνουν, λόγω της κλιματικής αλλαγής, τα ακραία πλημμυρικά γεγονότα. Η μελέτη των δρων Μιχάλη Διακάκη, συνεργάτη ερευνητή στο Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του ΕΚΠΑ, Κατερίνας Παπαγιαννάκη, ειδικής λειτουργικής επιστήμονα στο Ινστιτούτο Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, και Μελέτη Φούσκαρη, μεταπτυχιακού φοιτητή στο Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του ΕΚΠΑ, διαπιστώνει ότι «η περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου παρουσιάζει μια σημαντική έξαρση ακραίων πλημμυρών με πολυάριθμα θύματα και εκτεταμένες επιπτώσεις στις υποδομές, στις περιουσίες και την κοινωνικοοικονομική δραστηριότητα».

Βάσει της μελέτης, πλημμύρες που προκαλούν περισσότερους από 10 θανάτους καταγράφονται στην Ελλάδα μία φορά στα 6,5 χρόνια, ενώ αντίστοιχες με περισσότερους από 22 θανάτους μία φορά στα 12 χρόνια. Στην πλειονότητά τους τέτοιες πλημμύρες στην Ελλάδα και τις γειτονικές χώρες καταγράφονται μεταξύ Οκτωβρίου – Νοεμβρίου (αλλά και το καλοκαίρι), ενώ στις νοτιότερες χώρες κυρίως μεταξύ Οκτωβρίου – Δεκεμβρίου. Φταίει η κλιματική κρίση γι’ αυτό; Η πικρή αλήθεια είναι ότι δεν φταίει μόνο αυτή. Την οδυνηρή απάντηση δίνει μελέτη του Ινστιτούτου Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΙΓΜΕ), σύμφωνα με την οποία μόνο στο λεκανοπέδιο της Αττικής έχουν μπαζωθεί και γίνει τσιμέντο (δρόμοι, κατοικίες, επιχειρήσεις) περισσότερα από 700 ποτάμια, ρέματα, χείμαρροι και ρυάκια, από τα οποία απέμειναν λιγότερα από 50. Ακόμα και κάποιες από τις κεντρικότερες οδούς της Αθήνας, όπως οι Μιχαλακοπούλου, Καλλιρρόης και Βασιλέως Κωνσταντίνου, ή περιοχές όπως ο Νέος Κόσμος έχουν φτιαχτεί στη θέση ποταμού (του Ιλισού).

Οι περιοχές που απειλούνται

Οι επιστημονικές μελέτες που έχουν δημοσιευτεί τα τελευταία χρόνια αναφέρουν ότι οι περιοχές που αντιμετωπίζουν συχνότερα πλημμυρικά φαινόμενα είναι η Αττική, η Θεσσαλονίκη, οι μεγάλες πόλεις της Θεσσαλίας, της Πελοποννήσου και της Κρήτης και η περιοχή κοντά στον ποταμό Εβρο.

Εδώ και περίπου 15 χρόνια, σύμφωνα με Κοινοτική Οδηγία, με βάση πολεοδομική μελέτη του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, συντάσσεται χάρτης επικινδυνότητας πλημμύρας για όλη τη χώρα, η οποία χωρίζεται σε ζώνες υψηλού ή μη κινδύνου. Σε αυτόν πιο χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Αττικής, στην οποία στις Ζώνες Δυνητικά Υψηλού Κινδύνου Πλημμύρας εντάσσονται οι παράκτιες περιοχές Σαρωνίδας, Αναβύσσου, Παλαιάς Φώκαιας, η χαμηλή ζώνη Λουτρακίου, η περιοχή των Μεσογείων, οι χαμηλές ζώνες ρεμάτων Μεγάρων – Νέας Περάμου και ρεμάτων Ασπρόπυργου – Ελευσίνας και η λεκάνη της τεχνητής λίμνης Μαραθώνα. Επίσης, η λεκάνη του Κηφισού, οι παράκτιες περιοχές Γλυφάδας – Βούλας, η παράκτια πεδινή περιοχή Μαραθώνα – Νέας Μάκρης κ.ά.

Ο καθηγητής Πολεοδομίας του ΕΜΠ Νίκος Μπελαβίλας σχολιάζοντας τη μελέτη για την Αττική έχει χαρακτηρίσει τον χάρτη «εφιαλτικό». «Αν γίνει το κακό, από το Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος έως του Ρέντη και τον σταθμό μετρό στο λιμάνι του Πειραιά, τα πάντα θα βρεθούν κάτω από το νερό. H μισή Καλλιθέα, όλο το Μοσχάτο, όλο το Νέο Φάληρο, τα Καμίνια, η Παλιά Κοκκινιά και τμήμα του Ταύρου. Μαζί τους εκατοντάδες χιλιάδες κάτοικοι», αναφέρει χαρακτηριστικά.

Με βάση ακόμα πιο πρόσφατα στοιχεία, ο διευθυντής Ερευνών στο Ινστιτούτο Αστρονομίας, Αστροφυσικής, Διαστημικών Εφαρμογών και Τηλεπισκόπησης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Χάρης Κοντοές εκτιμά ότι αν στην Αττική έπεφτε ο ίδιος όγκος νερού με αυτόν της Βαλένθια, ο Κηφισός θα απειλούσε να μας πνίξει. Όπως αναφέρει, σύμφωνα με τα προγνωστικά μοντέλα του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, οι πρώτες περιοχές που θα πλημμύριζαν θα ήταν νότια του Αιγάλεω και από τις Τρεις Γέφυρες στους Αγίους Αναργύρους μέχρι τις εκβολές του Κηφισού στον Ταύρο. Εξηγεί δε ότι σε ένα τέτοιο ακραίο σενάριο ο Κηφισός θα μπορούσε να προκαλέσει πλημμύρες σε όλο το μήκος του, καλύπτοντας περίπου 35 τ.χλμ. και επηρεάζοντας 18 Δήμους της Αττικής, δηλαδή το 1/4 του πληθυσμού.

Βάσει της πιο πρόσφατης (2013) έκθεσης της Ειδικής Γραμματείας Υδάτων του ΥΠΕΚΑ, πιο επικίνδυνες περιοχές για εκδήλωση πλημμυρικών φαινομένων είναι σχεδόν το σύνολο του παραλιακού μετώπου της Αττικής, η αστική περιοχή της Αθήνας, το τμήμα της λεκάνης του Κηφισού και κατά μήκος του Ιλισού, οι παραθαλάσσιες περιοχές Γλυφάδας, Βούλας, Αναβύσσου και Σαρωνίδας, τα Μεσόγεια, το Γραμματικό, ο Μαραθώνας και οι περιοχές κατά μήκος του παραλιακού μετώπου Μεγάρων – Ελευσίνας.

Ιωακειμίδης: Είχε δίκιο ο Χαρδαλιάς όταν είπε να αντιμετωπίσουμε την κλιματική αλλαγή σαν πανδημία

Ο καθηγητής Φυσικών Καταστροφών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και επικεφαλής της μείζονος αντιπολίτευσης της Περιφέρειας Αττικής, Γιώργος Ιωακειμίδης εξέφρασε, με δηλώσεις του σε τηλεοπτική εκπομπή, την κοινή αγωνία μεταξύ των παρατάξεων του Περιφερειακού Συμβουλίου για την αντιπλημμυρική θωράκιση της Αττικής, με αφορμή τα πρόσφατα τραγικά γεγονότα στη Βαλένθια.

Ο κ. Ιωακειμίδης ανέλυσε τις συνέπειες που θα είχε για την Αττική η εκδήλωση ενός ανάλογου φαινομένου, λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη την κατάσταση στον Κηφισό, αλλά και την αποψίλωση των ορεινών όγκων του Λεκανοπεδίου από τις πυρκαγιές των τελευταίων ετών.

Ειδικότερα, ο κ. Ιωακειμίδης όρισε τον άναρχο εγκιβωτισμό του Κηφισού και των υπόλοιπων ποταμών και ρεμάτων της Αττικής ως τον κυρίαρχο παράγοντα επικινδυνότητας για την εμφάνιση καταστροφών στην Αττική, ανάλογων με όσα συνέβησαν στην Βαλένθια, καθώς η παροχετευτική ικανότητά τους έχει μειωθεί δραματικά -όπως είπε- σε σχέση με τις προηγούμενες δεκαετίες.

Υπογράμμισε μάλιστα, την ανάγκη εκπόνησης επικαιροποιημένων μελετών, με βάση τα σύγχρονα κλιματολογικά δεδομένα, ώστε να προκύψουν συγκεκριμένες προτάσεις για διαφορετικά ενδεχόμενα υδάτινων όγκων: «Οφείλουμε να κάνουμε μια καινούργια μέτρηση, ένα καινούργιο σχέδιο, με σενάρια που θα εξετάζουν διαφορετικά χιλιοστά βροχής. Αν πάμε στα νούμερα που είχαμε στη Βαλένθια, δεν θα μείνει τίποτα όρθιο – και δεν θέλω να τρομάξω κανέναν – διότι ο Κηφισός είναι ο τελικός αποδέκτης όλων».

Ενδεικτική μάλιστα ήταν η αποστροφή του κ. Ιωακειμίδη, ο οποίος εμφανίστηκε να συμφωνεί με την πάγια θέση που έχει διατυπώσει επανειλημμένως ο Περιφερειάρχης Αττικής, Νίκος Χαρδαλιάς για μεταβίβαση αρμοδιοτήτων από το κράτος στην αυτοδιοίκηση, με παράλληλη εξασφάλιση όλων των απαραίτητων πόρων. Όπως τόνισε, «ο Νίκος Χαρδαλιάς είχε απόλυτο δίκιο όταν είπε να αντιμετωπίσουμε την κλιματική αλλαγή σαν μια πανδημία. Έχουμε στα χέρια μας μια μελέτη της Περιφέρειας Αττικής εδώ και δύο χρόνια. Προβλέπει έργα 225 εκατ. ευρώ, για τα οποία δεν έχει δοθεί ούτε ένα ευρώ – αν πάμε τώρα στα αντιπλημμυρικά, έχω την αίσθηση ότι ένα δισ. ευρώ είναι λίγο», ενώ από πλευράς του επανάφερε την πρόταση της παράταξής του για παρακράτηση από την Περιφέρεια του 1% από το συνολικό ΦΠΑ που εισπράττεται στην Αττική, προκειμένου να διατεθεί στην αντιπλημμυρική θωράκιση «ένα ποσό περίπου 500 εκ. ευρώ στο χρονικό όριο της τρέχουσας θητείας μας». Πρόσθεσε δε, ότι σε αυτή την κατεύθυνση θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν και πόροι από το Ταμείο Ανάκαμψης, κάτι που όπως ανάφερε, δεν προωθήθηκε από την κεντρική κυβέρνηση.

Ο κ. Ιωακειμίδης, αφού επεσήμανε την ολιγωρία των προηγούμενων διοικήσεων στα εν λόγω ζητήματα, στάθηκε στην ανάγκη για συνεννόηση μεταξύ όλων των παρατάξεων για την εκπόνηση μιας βιώσιμης λύσης. «Για τα θέματα αυτά, εγώ δεν θέλω να κάνω αντιπολίτευση. Είμαστε εδώ για να βοηθήσουμε, να πιέσουμε προς τη σωστή κατεύθυνση» είπε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε: «Κάθε Δήμαρχος και κάθε Περιφερειάρχης θα κριθεί από τα χρήματα που θα πάρει από την κυβέρνηση».

Παράλληλα, εμφανίστηκε επικριτικός για την απουσία εκπροσώπων της κεντρικής κυβέρνησης κατά την πρόσφατη σύσκεψη που πραγματοποίησαν οι γειτνιάζοντες με τον Κηφισό Δήμοι της Αττικής με την Περιφέρεια, προκειμένου να εξετάσουν τρόπους αντιμετώπισης κινδύνων από υπερχείλιση του ποταμού.

Υπογράμμισε μάλιστα ότι οι όποιες σχετικές ενέργειες πρέπει να γίνουν συντεταγμένα και άμεσα, καθώς η εξέλιξη της κλιματικής κρίσης είναι ραγδαία και οι συνέπειές της απρόβλεπτες, επισημαίνοντας την ανάγκη για την υιοθέτηση των απαραίτητων νομοθετικών μεταρρυθμίσεων: «Θέλουμε ένα θεσμικό καθεστώς που να τρέχουν γρήγορα τα έργα. Διότι και τα χρήματα να έχουμε με το θεσμικό καθεστώς που ισχύει σήμερα, θέλουμε 10-15 χρόνια να εκτελέσουμε έργα. Αστείο πράγμα για να προλάβουμε την κλιματική αλλαγή που έρχεται τρέχοντας. Που δεν ξέρουμε αν αύριο το πρωί θα γίνει αυτό που έγινε στη Βαλένθια» είπε χαρακτηριστικά.