Το Υπουργείο Πολιτισμού είναι υπεύθυνο για την αποκατάσταση των κήπων του Ανακτόρου, καθώς και για της εργασίες στον Ι.Ν. της Αναστάσεως και στο κοιμητήριο του λόφου Παλαιόκαστρο στο κτήμα Τατοΐου. Οι σχετικές μελέτες γι’ αυτά τα έργα υλοποιήθηκαν με χορηγία της Αστικής Μη Κερδοσκοπικής Εταιρίας Πολιτιστικού και Κοινωφελούς Έργου «ΑΙΓΕΑΣ» των Αθανάσιου και Μαρίνας Μαρτίνου. Οι παρουσιάσεις αυτών των μελετών πραγματοποιήθηκαν από τη Μαρία Μερτζάνη, προϊσταμένη της Διεύθυνσης Συντήρησης Αρχαίων και Νεωτέρων Μνημείων και την αρχιτέκτονα τοπίου και επιστημονική συνεργάτη του ΥΠΠΟ Έλλη Παγκάλου.
Το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας έχει την ευθύνη για την υλοποίηση έργων που αφορούν στην αποκατάσταση του δασικού οικοσυστήματος, καθώς και στην αποκατάσταση της βλάστησης και στην ανάδειξη του κοιμητηρίου. Οι παρουσιάσεις αυτών των μελετών και δράσεων πραγματοποιήθηκαν από τον προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Δασών και Δασικού Περιβάλλοντος, Ευάγγελο Γκουντούφα και από τον αρχιτέκτονα και επιστημονικό υπεύθυνο του δεύτερου έργου, Θωμά Δοξιάδη.
Λίνα Μενδώνη:
«Χαίρομαι ιδιαίτερα γιατί είμαστε σήμερα εδώ και τα δύο υπουργεία, καθώς το αντικείμενο της σημερινής παρουσίασης, αλλά και της δουλειάς της στο Τατόι είναι στόχος, σκοπός και αρμοδιότητα και των δύο υπουργείων. Βεβαίως έχουμε της διακριτούς της ρόλους, αλλά η προσπάθεια είναι κοινή και των δυο υπουργείων και της κυβέρνησης το Τατόι να αποδοθεί σε μερικά χρόνια αποκατεστημένο της κατοίκους και σε όλους της επισκέπτες της Αττικής». Με τα παραπάνω λόγια η υπουργός Πολιτισμού, Λ. Μενδώνη, ξεκίνησε τον χαιρετισμό της, προλογίζοντας την παρουσίαση των τεσσάρων μελετών και αντίστοιχων έργων που υλοποιήθηκαν ή υλοποιούνται στο ευρύτερο πρόγραμμα της αποκατάστασης του Τατοΐου.
«Το συνολικό πρόγραμμα που εκτελεί σήμερα το Υπουργείο Πολιτισμού ξεπερνά τα 60.000.000 ευρώ και αφορά στην αποκατάσταση και την απόδοση νέων χρήσεων, στα κτίρια μνημεία του κτήματος. Η αποκατάσταση των ανακτορικών κήπων ολοκληρώνεται με την παρέμβασή της στο κτίριο του Ανακτόρου και στη δημιουργία της πρότυπου Μουσείου. Αντίστοιχα, η συντήρηση και η ανάδειξη της εκκλησίας της Αναστάσεως, και των ταφικών μνημείων ολοκληρώνει την παρέμβαση του ΥΠΕΝ», συμπλήρωσε η υπουργός.
Θόδωρος Σκυλακάκης:
«Η υπόθεση του Τατοΐου, δυστυχώς, είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα πώς η ελληνική Πολιτεία επί δεκαετίες δεν συνειδητοποιούσε την έννοια του κόστους ευκαιρίας. Δηλαδή, ότι μπορεί να έχει κάτι πάρα πολύ πολύτιμο και να το αφήνει να μαραζώνει και να καταστρέφεται. Αυτή είναι και η ιστορία τού Τατοΐου τουλάχιστον για τα 20 χρόνια που προηγήθηκαν της της καταπληκτικής δουλειάς που έχει ξεκινήσει. Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν την ξεκίνησε μετά της πυρκαγιές του 2021, αλλά πολύ νωρίτερα, από την πρώτη μέρα και όταν βρέθηκε το χρηματοδοτικό εργαλείο όλα αυτά απέκτησαν άλλη διάσταση και μπορέσαμε να ξεκινήσουμε μια δουλειά η οποία για μένα θα μείνει παράδειγμα αποκατάστασης της ιστορικού μνημείου», ανέφερε μεταξύ άλλων στον δικό του χαιρετισμό ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θόδωρος Σκυλακάκης.
Οι παρουσιάσεις των μελετών και δράσεων
Ο Ευάγγελος Γκουντούφας αφού έκανε μια σύντομη περιγραφή του δημόσιου δάσους Τατοΐου μετά την πυρκαγιά του 2021, μίλησε για της ενέργειες της δασικής υπηρεσίες σχετικά με την αποκατάσταση της καμένης περιοχής με γνώμονα το περιεχόμενο της διαχειριστικής μελέτης Εθνικού Δρυμού Πάρνηθας 2015-2024, που κινήθηκαν με βάση της εξής πέντε πυλώνες: αντιδιαβρωτικά έργα προστασίας του εδάφους, έργα συντήρησης δασικού οδικού δικτύου, έργα πρόληψης δασικών πυρκαγιών με δημιουργία στεγασμένων αντιπυρικών ζωνών και απομάκρυνσης υπολειμμάτων υλοτομίας, απόληψη ιστάμενης καμένης ξυλείας ως προϊόν έκτακτης κάρπωσης και τεχνητές αναδασώσεις σε κατάλληλα επιλεγμένες επιφάνειες. Αναφορά έγινε και στον θεσμό αναδόχου αποκατάστασης μετά την καταστροφική πυρκαγιά του 2021 της περιοχές Βαρυμπόμπης-Τατοΐου-Αφιδνών Αττικής, που «είχε τεράστια επιτυχία» με της εταιρείες που «αμέσως κινητοποιήθηκαν», με «σύνολο χορηγούμενης πίστωσης περίπου 6,5 εκατ. Ευρώ». Της, ο κ. Γκουντούφας αναφέρθηκε στο «Εθνικό Σχέδιο Αναδάσωσης – Πρόγραμμα Προστασίας Δασών – Anti NERO II», που αφορά στην αντιπυρική προστασία των δασικών περιοχών, ενεργοποιήθηκε με πιστώσεις από το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και περιλαμβάνει «αντιπυρικές προστασίες σε άμεσα προτεραιοποιημένες περιοχές, περιμετρικά αρχαιολογικών χώρων, άλση, πάρκα και περιαστικά δάση της Αττικής, με στόχο τη θωράκιση των δασικών οικοσυστημάτων της χώρας από πυρκαγιές».
Η μελέτη για την αποκατάσταση των κήπων του ανακτόρου παρουσιάστηκε από την Έλλη Παγκάλου, αρχιτέκτων τοπίου και τη συνεργάτιδά της Πολυξένη Παπαμιχελάκη. Η περιοχή επέμβασης της μελέτης περιλαμβάνει έκταση 34 στρεμμάτων και περιμέτρου 762 μέτρων. Ο ρόλος των δένδρων είναι πολύ σημαντικός στη σύνθεση του φυτικού υλικού. Φυτεύονται περίπου 450 δένδρα. Τα μονοπάτια ακολουθούν της αρχικές χαράξεις, της αυτές εντοπίζονται από τα ίχνη της οριοθέτησής της. Η δημιουργία υδατοπερατών επιφανειών συμβάλλει στην ανάπτυξη της βιοποικιλότητας, διασφαλίζοντας φυσικές συνθήκες στο περιβάλλον, ευνοώντας συγχρόνως την ανάπτυξη τοπικής χλωρίδας και πανίδας. Η υλοποίηση του έργου χρηματοδοτείται με 3.000.000 ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
«Η μελέτη αυτή είναι από της πρώτες φορές που προσπαθούμε να προσεγγίσουμε αποκατάσταση ιστορικών κήπων με τα εργαλεία που της δίνει η Χάρτα της Φλωρεντίας, δηλαδή το θεσμικό πλαίσιο για τη διατήρηση και αποκατάσταση ιστορικών κήπων, αλλά και με μία πολύ ιδιαίτερη συνθήκη ότι οι κήποι από τη γέννησή της αποτέλεσαν ένα ιδιαίτερο φυσικό μνημείο στη λογική της κτήματος», επισήμανε η κυρία Παγκάλου, που αναφέρθηκε και στην ιστορική αποτύπωση των κήπων, που από το 1967 και μετά αφήνονται και σιγά σιγά δασώνονται.
«Είναι ένα δύσκολο παζλ και ακόμα δυσκολότερο γιατί μετά τη φωτιά αναγνωρίζουμε αξιόλογα φυτικά στοιχεία, αποτυπώματα από επιμέρους χώρους φύτευσης και την οργάνωση των κήπων, οπότε πρέπει να συνθέσουμε την ιστορική τεκμηρίωση, το θεσμικό πλαίσιο για τη διατήρηση και αποκατάσταση ιστορικών κήπων, τα τοπογραφικά χαρακτηριστικά και της ειδικές μικροκλιματικές συνθήκες και να κοιτάξουμε πώς προχωράμε στο μέλλον σε μια πρόθεση δημιουργίας βιώσιμων και ανθεκτικών οικοσυστημάτων», τόνισε η αρχιτέκτονας, που έκανε λόγο και για σύνδεση ιστορικού κήπου και δασικού τοπίου.
«Θα πρέπει να δούμε πώς μπορούμε να αξιοποιήσουμε τον κύκλο του νερού … Αναγνωρίζουμε τον άξονα πρόσβασης στο ανάκτορο οπότε όλη αυτή η λεκάνη μπορεί να συλλέξει το νερό που χρειαζόμαστε για να λειτουργήσουν οι κήποι αυτοί και σε βάθος χρόνου», επισήμανε μεταξύ άλλων η μελετήτρια που παρουσίασε και τη μελέτη εφαρμογής, σύμφωνα με την οποία θα υπάρχουν αειθαλή και πλατύφυλλα είδη ώστε να αποκατασταθεί η ισορροπία σε σχέση με το δάσος χαλεπίου πεύκης που επικρατεί στην Πάρνηθα, ροδώνες κατά μήκος του κεντρικού άξονα -οι άγριες τριανταφυλλιές ανήκουν στο οικοσύστημα της Πάρνηθας- της σχίνα και μυρτιές, μεγάλα κυπαρίσσια σε διάταξη λαβυρίνθου (ο οποίος υπήρχε και θα αποκατασταθεί), μια αλέα από καρποφόρα (που της υπήρχε και θα αποκατασταθεί), της οπωρώνας κ.ά. «Οι κήποι έχουν κι έναν εκπαιδευτικό ρόλο. Θεωρούμε ότι έχει ενδιαφέρον να αναφέρουμε της επισκέπτες τον συμβολικό χαρακτήρα όλων αυτών, της το πλατάνι που είναι ένα πολύ βασικό φυτό στην ελληνική παράδοση, της και το κυπαρίσσι». Τέλος, εκτός από μεγάλα δέντρα της βελανιδιές και λεύκες, θα υπάρχουν και μικρότερα, της κουτσουπιές, αμυγδαλιές και κερασιές.
Ο Θωμάς Δοξιάδης, αρχιτέκτων τοπίου και η Ηλέκτρα Κανέλλου, γεωπόνος και αρχιτέκτων τοπίου, παρουσίασαν τη μελέτη για την αποκατάσταση της βλάστησης και της ανάδειξης του κοιμητηρίου. «Η μελέτη αποκατάστασης της Ε. Παγκάλου όσο και της ομάδας της έχει και μια παραπάνω σημασία. Έχουμε στην Ελλάδα αξιόλογα ιστορικά τοπία για τα οποία τώρα αναπτύσσουμε της δεξιότητες για να μπορούμε να τα αποκαθιστούμε και να τα διαχειριζόμαστε. Οι μελέτες που παρουσιάζονται σήμερα είναι ίσως οι πιο σοβαρές μελέτες οι οποίες ακολουθούν τόσο τη λογική τής αποκατάστασης της ιστορικού κήπου όσο και της δημιουργικής προετοιμασίας της για ένα διαφορετικό μέλλον, ένα μέλλον κλιματικής αλλαγής», δήλωσε μεταξύ άλλων ο Θ. Δοξιάδης.
«Βασικότερος παράγοντας στην αποκατάσταση είναι δυστυχώς η επανεμφάνιση της πυρκαγιάς, άρα πρέπει να επαναστήσουμε έναν χώρο ο οποίος θα σέβεται την ιστορία αλλά θα είναι προετοιμασμένος για πυρκαγιές», συμπλήρωσε ο της που στη μελέτη του πρότεινε τη μείωση της επιφανειακής καύσιμης ύλης, την αύξηση του διαστήματος μεταξύ κόμης δέντρων και θάμνων, την αραίωση των δασικών συστάδων για τη μείωση της οριζόντιας συνέχειας της καύσιμης ύλης, την απομάκρυνση υπολειμμάτων υλοτομίας και την περιοδική επανάληψη των μέτρων για την αποτροπή συσσώρευσης καύσιμης ύλης.
Όσον αφορά το κοιμητήριο, μεταξύ άλλων, προτάθηκε «λόγω του ιδιαίτερου χαρακτήρα του χώρου, που περικλείει ιστορικά ακίνητα μνημεία που βρίσκονται μέσα στο φυσικό δάσος, για λόγους ανάδειξης και προστασίας τής ταυτότητας του χώρου και με δεδομένη αυξητική τάση των περιστατικών πυρκαγιάς στο μέλλον, λόγω της κλιματικής αλλαγής, η νέα διάπλαση της βλάστησης στον χώρο του κοιμητηρίου να έχει τα χαρακτηριστικά ζώνης ανάσχεσης πυρκαγιάς». Παράλληλα, πέραν από τη βλάστηση με χαρακτήρα δάσους, προτάθηκε η αποκατάσταση των ιστορικών δενδροστοιχιών κυπαρισσιών στα μονοπάτια του κοιμητηρίου, στα οποία βρέθηκαν υπολείμματα λαιμών σε γραμμική διάταξη, αλλά και των δύο δενδροστοιχιών κυπαρισσιών της δύο αλέες κυπαρισσιών που οδηγούσαν στο κοιμητήριο και βρίσκονται εκτός του στενού πυρήνα του κοιμητηρίου. Επιπρόσθετα, συνιστάται η αποκατάσταση και συμπλήρωση των μονοπατιών του κοιμητηρίου, βάσει των τεκμηρίων που βρέθηκαν στον χώρο, σχετικά με της οδεύσεις και τα υλικά κατασκευής, επέμβαση που αναμένεται να αναδείξει τα ακίνητα μνημεία του χώρου.
Η Μαρία Μερτζάνη, προϊσταμένη της Διεύθυνσης Συντήρησης Αρχαίων και Νεωτέρων Μνημείων, αναφέρθηκε της εργασίες στον Ι.Ν. Αναστάσεως και στο Κοιμητήριο του λόφου Παλαιόκαστρο, όπου υφίσταται από της αρχές της δεκαετίας του 1880 το κοιμητήριο της βασιλικής οικογένειας, στο οποίο εν συνεχεία ανεγέρθηκε ο Ι.Ν. της Αναστάσεως, έργο του αρχιτέκτονα Αναστάσιου Μεταξά με εικονογράφηση του Κομνημού Καλόθετου. Λίγο πριν από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο κατασκευάστηκε το Βασιλικό Μαυσωλείο, έργο του αρχιτέκτονα Μανώλη Λαζαρίδη. Η καθ’ ύλην αρμόδια Διεύθυνση Συντήρησης Αρχαίων και Νεωτέρων Μνημείων του ΥΠΠΟ υλοποίησε της μελέτες και το έργο αποκατάστασης του διακόσμου του Ναού της Αναστάσεως και των ταφικών μνημείων, ενώ με χορηγία της ΑΜΚΕ «ΑΙΓΕΑΣ» εκπονήθηκε η μελέτη και υλοποιείται το έργο αποκατάστασης του βασιλικού Μαυσωλείου.
Βασικά χαρακτηριστικά των τεσσάρων δράσεων – μελετών:
– Έργα και δράσεις αποκατάστασης δασικού οικοσυστήματος
Οι ενέργειες της Δασικής Υπηρεσίας για την αποκατάσταση της καμένης περιοχής, με γνώμονα και το περιεχόμενο της διαχειριστικής μελέτης Εθνικού Δρυμού-Πάρνηθας 2015-2024, εδράζονται στους εξής πέντε πυλώνες:
- Αντιδιαβρωτικά έργα προστασίας του εδάφους
- Έργα συντήρησης δασικού οδικού δικτύου
- Έργα πρόληψης δασικών πυρκαγιών με δημιουργία στεγασμένων αντιπυρικών ζωνών και απομάκρυνσης υπολειμμάτων υλοτομίας
- Απόληψη ιστάμενης καμένης ξυλείας, ως προϊόν έκτακτης κάρπωσης και
- Τεχνητές Αναδασώσεις σε κατάλληλα επιλεγμένες επιφάνειες
Ειδικά στον πυρήνα του δάσους Τατοΐου (πρώην βασιλικά κτήματα) οι εργασίες έπρεπε να επεκταθούν σε μεγαλύτερες επιφάνειες, διότι υπήρχαν πολλά ξερά καμένα ιστάμενα δέντρα και σπασμένα ξερά κατακείμενα, καθώς και πλήθος ξερών κλαδιών (υπολείμματα από παλαιές υλοτομίες), τα οποία κρίθηκαν επικίνδυνα για την ακεραιότητα των ήδη υπαρχουσών κατασκευών, αλλά και των επισκεπτών και έπρεπε να απομακρυνθούν από την επιφάνεια. Επίσης, πολλά δέντρα, τα οποία δεν είχαν καεί ολοσχερώς και ξεράθηκαν μετά τις πρότερες επεμβάσεις που είχαν γίνει έπρεπε και αυτά να απομακρυνθούν για τους ίδιους λόγους.
– Αποκατάσταση βλάστησης και ανάδειξη κοιμητηρίου
Το κοιμητήριο του κτήματος Τατοΐου αποτελεί μέρος του ιστορικού τόπου. Λόγω του ιδιαίτερου χαρακτήρα του χώρου, που περικλείει ιστορικά ακίνητα μνημεία που βρίσκονται μέσα στο φυσικό δάσος, για λόγους ανάδειξης και προστασίας της ταυτότητας του χώρου και με δεδομένη την αυξητική τάση των περιστατικών πυρκαγιάς στο μέλλον, εξαιτίας της κλιματικής κρίσης, προτείνεται η νέα διάπλαση της βλάστησης στο χώρο του κοιμητηρίου να έχει τα χαρακτηριστικά ζώνης ανάσχεσης πυρκαγιάς (fuel break).
Παράλληλα, πέραν από τη βλάστηση με χαρακτήρα δάσους, προτείνεται η αποκατάσταση των ιστορικών δενδροστοιχιών κυπαρισσιών στα μονοπάτια του κοιμητηρίου, στα οποία βρέθηκαν υπολείμματα λαιμών σε γραμμική διάταξη, αλλά και των δύο δενδροστοιχιών κυπαρισσιών στις δύο αλέες κυπαρισσιών που οδηγούσαν στο κοιμητήριο και βρίσκονται εκτός του στενού πυρήνα του κοιμητηρίου. Οι δύο αυτές αλέες κυπαρισσιών οδηγούσαν τον επισκέπτη προς το κοιμητήριο και θεωρούνται άρρηκτα συνδεδεμένες με το αφήγημα της ιστορίας του κοιμητηρίου.
Επιπρόσθετα, συνιστάται η αποκατάσταση και συμπλήρωση των μονοπατιών του κοιμητηρίου, βάσει των τεκμηρίων που βρέθηκαν στο χώρο, σχετικά με τις οδεύσεις και τα υλικά κατασκευής, επέμβαση που αναμένεται να αναδείξει τα ακίνητα μνημεία του χώρου.
– Αποκατάσταση κήπων Ανακτόρου
Η ιστορική τεκμηρίωση, το θεσμικό πλαίσιο για τη διατήρηση και αποκατάσταση των ιστορικών κήπων, τα τοπογραφικά χαρακτηριστικά, η χρήση κατάλληλου φυτικού υλικού, προσαρμοσμένου στο μικροκλίμα και ανθεκτικού στη φωτιά, αλλά και η χρήση υλικών με βάση τις αρχές της αναστρεψιμότητας και της βιωσιμότητας, αποτελούν βασικές παραμέτρους του σχεδιασμού της μελέτης αποκατάστασης. H θέση των κήπων βρίσκεται νότια του κτηριακού συνόλου του Ανακτόρου και των Μαγειρείων και σε άμεση γειτνίαση με την Πύλη της Λεύκας. Η υψηλότερη στάθμη αφορά στις διαμορφώσεις που συνδέονται άμεσα με το Ανάκτορο. Από τη στάθμη αυτή ξεκινά η διπλή πλατιά μαρμάρινη σκάλα, σε συμμετρική διάταξη, για την πρόσβαση στην κατώτερη στάθμη των Κήπων. Το αμέσως χαμηλότερο επίπεδο που περιλαμβάνει την ελλειψοειδή κρήνη και την κολυμβητική δεξαμενή κατασκευάστηκε τη δεκαετία του 1950. Από τη στάθμη αυτή και κάτω, διαμορφώνεται η κεντρική Αλέα των Κήπων, η οποία έχει σημαντικό ρόλο στη χωρική οργάνωση των Κήπων, ενώ εκατέρωθεν, διαμορφώνονται μονοπάτια διατεταγμένα σε ομόκεντρους κύκλους. Κεντρικά και ανατολικά της Αλέας, ο σχεδιασμός υποστηρίζει την λογική του περιπάτου. Η περιοχή επέμβασης της μελέτης περιλαμβάνει έκταση 34 στρεμμάτων και περιμέτρου 762 μέτρων. Ο ρόλος των δένδρων είναι πολύ σημαντικός στη σύνθεση του φυτικού υλικού. Φυτεύονται περίπου 450 δένδρα. Τα μονοπάτια ακολουθούν τις αρχικές χαράξεις, όπως αυτές εντοπίζονται από τα ίχνη της οριοθέτησής τους. Η δημιουργία υδατοπερατών επιφανειών συμβάλλει στην ανάπτυξη της βιοποικιλότητας διασφαλίζοντας φυσικές συνθήκες στο περιβάλλον, ευνοώντας συγχρόνως την ανάπτυξη τοπικής χλωρίδας και πανίδας. Η υλοποίηση του έργου χρηματοδοτείται με 3.000.000 ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
– Εργασίες στον Ι.Ν. Αναστάσεως και στο Κοιμητήριο του λόφου Παλαιόκαστρο
Το βασιλικό Μαυσωλείο, στο λόφο του Παλαιοκάστρου, στεγάζει τους τάφους των βασιλέων Κωνσταντίνου Α’, Σοφίας και Αλεξάνδρου. Πρόκειται για ένα νεοβυζαντινό κτήριο της περιόδου του μεσοπολέμου. Η ανέγερσή του ξεκίνησε το 1936, αμέσως μετά την παλινόρθωση της μοναρχίας. Η ολοκλήρωσή του ανακόπηκε, λόγω της κήρυξης του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Το μαυσωλείο έχει τη μορφή βυζαντινού σταυροειδούς εγγεγραμμένου ναού και βρίσκεται σε άμεση γειτνίαση με τον νεοβυζαντινό Ναό της Αναστάσεως, έργο του τέλους του 19ου αιώνα, ακολουθώντας την ίδια μορφολογία. Στο λόφο Παλαιόκαστρο, υφίσταται από τις αρχές της δεκαετίας του 1880 το κοιμητήριο της βασιλικής οικογένειας, στο οποίο εν συνεχεία ανεγέρθηκε ο Ι.Ν. της Αναστάσεως, έργο του αρχιτέκτονα Αναστάσιου Μεταξά με εικονογράφηση του Κομνημού Καλόθετου. Λίγο πριν από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο κατασκευάστηκε το Βασιλικό Μαυσωλείο, έργο του αρχιτέκτονα Μανώλη Λαζαρίδη. Η καθ’ ύλην αρμόδια Διεύθυνση Συντήρησης Αρχαίων και Νεωτέρων Μνημείων του ΥΠΠΟ υλοποίησε τις μελέτες και το έργο αποκατάστασης του διακόσμου του Ναού της Αναστάσεως, και των ταφικών μνημείων, ενώ με χορηγία της ΑΜΚΕ «ΑΙΓΕΑΣ» εκπονήθηκε η μελέτη και υλοποιείται το έργο αποκατάστασης του βασιλικού Μαυσωλείου.
Το κτήμα του Τατοΐου, χαρακτηρισμένο ως ιστορικός τόπος, αποτελεί σύνθετο έργο ανθρώπου και φύσης, καθώς είναι συνδεδεμένο με σημαντικά ιστορικά γεγονότα και με την ιστορικότητα και αισθητική του Αττικού τοπίου, καθώς συνθέτει ένα χαρακτηριστικό πυρήνα περιβαλλοντικού, φυσικού, πολιτιστικού και αρχιτεκτονικού συνόλου. Το Κτήμα αγοράστηκε από τον Γεώργιο Α΄ το 1872 και χρησιμοποιήθηκε από την πρώην βασιλική οικογένεια έως το 1967. Σε διάστημα 100 ετών περίπου οικοδομήθηκαν και μετασκευάστηκαν κτήρια σε επιμέρους ενότητες με βάση τη χρήση: Η ανακτορική ενότητα αναπτύσσεται γύρω από το κτήριο της Έπαυλης με κτίσματα και υποδομές για την εξυπηρέτηση της βασιλικής οικογένειας και του προσωπικού. Η διοικητική ενότητα, σε μικρή απόσταση από την Έπαυλη, περιλαμβάνει κτήρια στέγασης των υπηρεσιών διοίκησης και ασφαλείας. Η ενότητα της αγροκτηνοτροφικής παραγωγής περιλαμβάνει τις αντίστοιχες εγκαταστάσεις καθώς και τα οικήματα διαμονής του προσωπικού. Η ταφική ενότητα αποτελούμενη από το Μαυσωλείο, το Ναό της Αναστάσεως και τους τάφους της βασιλικής οικογένειας στην κορυφή του λόφου του Παλαιοκάστρου.
Για τη χρηματοδότηση του σύνθετου και πολυεπίπεδου έργου της αποκατάστασης του κτήματος Τατοΐου, η Κυβέρνηση αξιοποιεί εθνικούς και ευρωπαϊκούς πόρους, συνολικού προϋπολογισμού 62.000.000 ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, το ΕΣΠΑ 2014-2020, το Εθνικό Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και τον Τακτικό Προϋπολογισμό του Υπουργείου Πολιτισμού. Ήδη στο πλαίσιο των επιμέρους εργασιών εκτελούνται 17 εργολαβίες και 9 αυτεπιστασίες από πέντε Υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού με προσωπικό 93 υπαλλήλων του ΥΠΠΟ, που αφορούν σε 37 κτήρια πολιτιστικού χαρακτήρα συνολικού εμβαδού περ. 8.500 τ.μ., χρονικού ορίζοντα ολοκλήρωσης στο τέλος του 2025. Στις εργασίες επιστημονικής τεκμηρίωσης συνδράμουν, επίσης, πολυάριθμοι επιστημονικοί φορείς και ερευνητές. Η ΑΜΚΕ «ΑΙΓΕΑΣ» πέρα των ανωτέρω, ήδη από τα πρώτα στάδια συνέδραμε με τη δημιουργία των αναγκαίων προσωρινών επιτόπιων υποδομών για τη συντήρηση και καταγραφή των κινητών αντικειμένων (containers), ενώ κατόπιν ανέλαβε και τη χρηματοδότηση της μελέτης μετατροπής του παλαιού στάβλου σε μουσείο/εκθεσιακό χώρο των βασιλικών αμαξών.