ΛΙΤΣΑ ΚΑΡΑΜΠΙΝΗ

Τρομαγμένοι άνθρωποι

Σ
είεται από αλλεπάλληλες σεισμικές δονήσεις η Σαντορίνη καθώς και τα γύρω νησιά των ανατολικών Κυκλάδων, όπως η Αμοργός, η Θήρα, η Ανάφη. Ο εγκέλαδος ξύπνησε και φοβερίζει. Οι άνθρωποι, μέσα από αυτή την ξαφνική συνθήκη, φοβισμένοι στο έπακρον για την πιθανή εξέλιξη του φαινομένου -καταλαβαίνει κανείς πως ο καθένας φαντάζεται τη χειρότερη εξέλιξη- αναγκάζονται σε άμεση αναχώρηση με όποιο μέσο τους βρεθεί πρόσφορο.

Από ένα νησί φεύγεις με καράβι ή αεροπλάνο. Αφήνεις το βιός σου πίσω, τους κόπους της ζωής σου ολόκληρης και παίρνεις ό,τι πραγματικά αξίζει περισσότερο να σωθεί. Εσύ και οι άνθρωποί σου. Το 112 συνηγορεί στη φυγή. Δύο ρούχα στην τσάντα. Ύστερα στην ουρά μπροστά στα πρακτορεία. Με καράβι ή με αεροπλάνο; Κι αν μας πετύχει κανένα τσουνάμι; Μάλλον με αεροπλάνο.

Προτιμότερη η Aegean, την προικίσαμε -από το αίμα μας- με 120 εκατομμύρια για να μην κακοπάθει, μας χρωστάει, είπαν οι άνθρωποι.

Μπορώ να φανταστώ και πως ένιωσαν οι άνθρωποι την στιγμή που έβγαζαν εισιτήριο και διαπίστωναν για μια ακόμη φορά ότι σ’ αυτή τη χώρα των Τεράτων κανείς δεν τους χρωστάει τίποτα, ούτε καν το δικαίωμά τους να υπάρχουν. Η μαζική φυγή τους για να σώσουν την ζωή τους, ενεργοποίησε το φαινόμενο της αισχροκέρδειας. Διαβάζω ότι από 80 ευρώ το αεροπορικό εισιτήριο με επιστροφή, τις μέρες της παράκρουσης από το μεγάλο φόβο τα εισιτήρια αγγίζουν τα 300 ευρώ χωρίς επιστροφή.

Συνολικά μέχρι τώρα 11,500 άνθρωποι εγκατέλειψαν την Σαντορίνη από αέρος και θαλάσσης. Ασφαλώς οι έχοντες και με παντοίους τρόπους κατέχοντες, έφυγαν πρώτοι. Εσύ, αν βαστάει η τσέπη σου βγάλε εισιτήριο να σωθείς, αν όχι, δεν θα μας λείψεις.

Κλείνω τα μάτια και βλέπω τυχαία κομμάτια του πληθυσμού στοιβαγμένα σ’ ένα αεροπλάνο, σ’ ένα καράβι.

Ο παπάς, ο δάσκαλος, ο αγρότης, ο μαφιόζος, ο τραπεζικός, ο έμπορος, ο νταβατζής, η πουτάνα. Η κυρία Ευδοκία που μήνυσε τον κύριο Σταμάτη για πολεοδομική υπέρβαση. Ο κύριος Σταμάτης που για να χτίσει μια προέκταση έφτυσε αίμα να φακελοδωρίζει την κυρία Αναστασία η οποία είναι κρατικός λειτουργός. Η κυρία Αναστασία να τα λέει μ’ έναν μπάτσο σαν παλιά φιλαράκια. Η Ανθούλα με τα τρία της παιδιά και ο πρώην σύζυγος με την γκόμενα που συντηρεί τα κάλλη της, εκτός των άλλων και με τις διατροφές των παιδιών της. Ο μπάρμπα Αλέκος που έχει  χαραγμένο στην καρδιά το σφυροδρέπανο να ανταλλάσσει φοβισμένα βλέμματα σε μια άχαρη συγκυρία με το διπλανό του, τον κυρ Κώστα, το φασίστα καφετζή.

Βρε, βρε, τι σου είναι οι άνθρωποι όταν ο ίδιος φόβος τους ενώνει! Γίνονται ήμεροι, ανεκτικοί, βελούδινοι μεταξύ τους, ικανοί να τραβούν αντάμα τον δρόμο για την σωτηρία τους. Ή ό,τι, τέλος πάντων, θεωρούν σωτηρία τους.

Εύχομαι ολόψυχα όλοι αυτοί οι τρομαγμένοι άνθρωποι να γυρίσουν στα σπίτια και τις δουλειές τους και να τα βρουν όλα ανέπαφα όπως τα άφησαν. Τα στοιχειά της φύσης να μην ξεράσουν στο βιός τους πάνω το κακό που δονείται στα σπλάχνα τους.

Και τότε, όταν ο τρόμος αφήσει στη θέση του ένα αχνό κουρασμένο χαμόγελο, να γίνουν και πάλι ήρεμοι, ανεκτικοί και βελούδινοι ο ένας για τον άλλο.

Ανοίγω τα μάτια και χάνεται το παραμύθι που έπλασα. Χαμογελώ πικρά. Ξέρω, ποτέ καμία τρομάρα δεν μαλάκωσε τη δική μου ψυχή.

 

karalitsa2@gmail.com