ΛΙΤΣΑ ΚΑΡΑΜΠΙΝΗ

Το Ζάλογγο, τα Άγραφα…

A
ν ρωτάς για τον Θανάση, όλα καλά. Έχει μαζέψει όλη τη λίγδα από τους λεκέδες της πολιτικής, την τακτοποίησε νοικοκυρίστικα σε μια γωνιά της κάμαρης και την κουκούλωσε με κείνο το παλιό χαλί το φτιαγμένο από τα ξέφτια της λογικής του, της ηθικής και της αξιοπρέπειάς του.

Του μιλάς για τις παράνομες παρακολουθήσεις όπου άνθρωποι που διόρισε ο ίδιος ο πρωθυπουργός έστησαν παρακρατική μηχανή ώστε να παρακολουθούν πολιτικούς, στρατιωτικούς, δικαστικούς, δημοσιογράφους, επιχειρηματίες και σου λέει εντάξει, έτσι κάνουν όλοι, αυτά δεν μας αφορούν.

Του μιλάς για το έγκλημα στα Τέμπη και το κουκούλωμα όλων των ενοχοποιητικών στοιχείων και φουσκώνει σαν γαλί από το θυμό του. Ντροπή μας, ντροπή μας… πήγαν κι εκείνοι οι προδότες οι ευρωβουλευτές και μας ξεφτίλισαν σαν έθνος στην Ευρώπη. Μα, την κυβέρνηση ξεφτίλισαν, του λες. Εκτός και αν νομίζεις ότι το έθνος ανήκει δικαιωματικά στην κυβέρνηση και είναι εξίσου υπεύθυνο για τις λαμογές της. Τίποτα ο Θανάσης, τίποτα. Κι αυτό κάτω από το χαλί.

Του λες ότι τούτη η κυβέρνηση έχει διαβρώσει το κράτος Δικαίου, έχει μπουκώσει τη δημοσιογραφία με χρήμα του λαού, έχει διαλύσει τη Δημόσια Παιδεία, τη Δημόσια Υγεία… Χαμπάρι ο Θανάσης!

Και μην φαντάζεσαι πως ο Θανάσης είναι κάνα θεριό. Νοικοκύρης άνθρωπος είναι και παλιό μου φιλαράκι. Έχει γυναίκα και δυο παιδιά στην εφηβεία. Η γυναίκα μισοαπασχολούμενη σε κάποια εταιρεία κι εκείνος εργάτης σε εργοστάσιο. Μεροδούλι, μισοφάι και οι δυο μαζί.

Τον συνάντησα μετά από καιρό σ’ ένα super market. Στο ταμείο. Εκείνος μπροστά, εγώ από πίσω του. Όταν η ταμίας έβγαλε το λογαριασμό, ο Θανάσης, μ’ ένα χαμόγελο άβολο, ντροπιαστικό, άφησε στην άκρη ένα πακέτο μαργαρίνη κι ένα γιαουρτάκι. Συγνώμη, αλλά δεν πήρα περισσότερα χρήματα μαζί μου της είπε σιγά, ψιθυριστά. Πίσω του, εγώ, άνοιξα το κινητό μου κι έκανα πως κάτι διάβαζα μ’ ενδιαφέρον όσο εκείνος μου έριχνε κλεφτές ενοχικές ματιές.

Ύστερα, σαν να ήθελε να δικαιολογηθεί με περίμενε να τελειώσω και πιάσαμε την κουβέντα. Άλλη κουβέντα.

Η υγεία του Θανάση έχει ένα σοβαρό πρόβλημα, αντιμετωπίσιμο ακόμη αλλά χρειάζεται χειρουργείο. Ο Θανάσης είναι τρομοκρατημένος. Ο γιατρός τον έγραψε στη λίστα. Στην ίδια λίστα όπου 102.634 ασθενείς πανελλαδικά περιμένουν να χειρουργηθούν, εκ των οποίων οι 26,000 περιμένουν περισσότερο από ένα χρόνο. Βέβαια, υπάρχει και η ελπίδα, όταν ανοίξουν τα απογευματινά χειρουργεία, να φύγει από αυτή τη λίστα, να μπει στην άλλη, την απογευματινή αλλά επειδή κι εκεί θα υπάρχει μεγάλη κοσμοσυρροή, να δώσει έξτρα φακελάκι στο γιατρό για να τον χειρουργήσει στο τσάκα τσάκα, δηλαδή σε πέντε έξι μήνες… Αλλά ο Θανάσης χρήματα δεν έχει. Είπαμε, μεροδούλι, μισοφάι.

Απελπισμένος ο Θανάσης με το Δημόσιο σύστημα Υγείας. Μόνο που δεν έκλαιγε καθώς μου τα έλεγε έξω από το super market. Τόσο απελπισμένος, λες και ήταν έτοιμος να χορέψει το χορό του Ζαλόγγου. Σαν λύση, σαν εξιλέωση.

Και τι καταλάβαινες, Θανάση, όταν άκουγες τον Πέτσα να σου λέει «όποιος δεν προσαρμόζεται πεθαίνει»; Νόμιζες ότι αν γίνεις κι εσύ μια μονάδα του συνόλου του 41% θα πεθάνουν μόνο οι άλλοι κι εσύ θα ευτυχήσεις;

Τώρα, στη χώρα των Τεμπών και των εκτροπών μάθε πως υπάρχει το Ζάλογγο, υπάρχουν όμως και τα Άγραφα. Και νομίζω πως ήρθε ο καιρός ν’ αποφασίσεις, φίλε μου, σε ποιο βουνό θα στήσεις το χορό σου και τι σκοπεύεις να χορέψεις.

 

karalitsa2@gmail.com