Μέσα στα χρόνια που τον ξέρω, ποτέ ξανά δεν τον είδα έτσι. Πύραυλος.
Και να πεις πως είχε άδικο! Η Μήτσαινα απαιτεί αλλαγή χαλιών. Όχι πως οι πολύχρωμες κουρελούδες, προίκα της από τα χρυσά χεράκια της μανούλας της υφασμένες, παλιώσανε, ξεβάψανε, τρυπήσανε, όχι, καλά βαστούν ακόμη. Άλλωστε, το οικογενειακό βαλάντιο δεν επιτρέπει παραπανίσια έξοδα. Τρεις το λάδι, τρεις το ξύδι… Αλλά η Μήτσαινα ανένδοτη.
«Εγώ θα πάρω χαλιά να στολίσω το σπίτι» επιμένει και κοπανιέται.
«Μια χαρά είναι το σπίτι μας, τι του λείπει, ρε γυναίκα;» προσπαθεί να τη λογικέψει ο Μήτσος.
«Η εξωστρέφεια, αυτό του λείπει» είπε η Μήτσαινα κι έφυγε. Πήρε το καρότσι της και πήγε στη λαϊκή.
Όταν γύρισε από τη λαϊκή κουβαλούσε στο καρότσι ενάμισι κιλό ντομάτες, δύο κιλά πατάτες, ένα αγγούρι και στην πλάτη είχε φορτωμένα δυο μεγάλα χαλιά. Όχι που δεν θα τα έπαιρνε. Το ένα μπλε με άσπρα σχέδια και το άλλο άσπρο με μπλε σχέδια, έτσι, για κοντράστ.
«Από πού τα πήρες αυτά» είπε ξέπνοα ο Μήτσος.
«Από ένα γύφτο στη λαϊκή».
«Και με τι, μωρή, τα πλήρωσες;»
«Έλα καημένε, πώς κάνεις έτσι; Τσάμπα τα πήρα, κότσο τον έπιασα το γύφτο. Θυμάσαι εκείνη τη λίρα την χρυσή που μας έφερε της Λενιώς ο νονός όταν ήρθε να την ασημώσει; Χρόνια στα αζήτητα την έχουμε. Τώρα ήρθε ο καιρός να πιάσει τόπο. Γιατί τώρα μεγάλωσε το κορίτσι, όπου νάναι θα μπει γαμπρός στο σπίτι μας, θα μπαινοβγαίνουν συμπεθέρια. Θες να μας περάσουν για φτωχομπινέδες; Αυτό θες; Έπειτα, ετοιμάσου, έχουμε κι άλλα έξοδα. Χρειαζόμαστε έπιπλα, χρειαζόμαστε εκπόνηση εργασιών υλικοτεχνικής υποστήριξης, χρειαζόμαστε είδη φιλοφρονήσεων…»
Πριν αποσώσει η Μήτσαινα τη κουβέντα της, ο Μήτσος, βρέθηκε ανάσκελα στο πάτωμα και αν δεν έπεφτε η κεφάλα του ακριβώς πάνω στη γυφτομπουχάρα, θα την είχε ανοίξει στα τέσσερα. Θα τον κλαίγαμε τον Μήτσο.
Ευτυχώς τώρα κλαίει αυτός, αλλά ζει και κλαίει.
«Εδώ, χάσκει ο κώλος μας να βγει η ψυχή μας για ένα πενηντάρικο κι αυτή θέλει χαλιά, θέλει έπιπλα, θέλει εκπόνηση εργασιών υλικοτεχνικής υποστήριξης, αλήθεια, τι είναι αυτό;»
«Α, μερεμέτια θέλει να πει, ανακαίνιση, πες».
«Θέλει και είδη φιλοφρονήσεων, ρε φίλε, καταλαβαίνεις εσύ τι θέλει;»
«Ναι, είδη φιλοφρονήσεων μπορείς να βρεις στο φούρνο. Κουλουράκια, γλυκάκια, σοκολατάκια… κεράσματα δηλαδή».
«Ρε την ρουφιάνα…»
«Την Μήτσαινα;»
«Όχι την άλλη που της ξεσήκωσε τα μυαλά. Τώρα κατάλαβα τι έγινε».
«Καμιά φιλενάδα της…»
«Όχι ρε. Για κείνη την ξιπασμένη, την Υπουργό Τουρισμού μιλάω. Εκείνη που σε μια χώρα που μπάζει από παντού ήθελε στο γραφείο της χαλιά 18000 ευρώ. 86000 ευρώ για ανακαίνιση του γραφείου της. Για καλούδια και φιλέματα από γνωστή αλυσίδα φούρνου, ξόδεψε 20000 ευρώ, η άψυχη. Ήταν αχούρι το γραφείο της, είπε ο Άδωνις, έπρεπε να το ανακαινίσει. Δεν κοιτάζει τα χάλια μας κι αυτός που έχει κάνει κωλοχανείο την Υγεία, το γραφείο της Κεφαλογιάννη βάλαμε μαράζι. Βλέπεις, λεφτά δουλεμένα από μένα και από σένα ξοδεύουν, δεν τα βάζουν απ’ την τσέπη τους. Μας ρημάζουν, φίλε μου. Και δεν φτάνει που μου έφαγαν τα λεφτά, μου μόλυναν και τη γυναίκα. Και τώρα, φίλε, τι να κάνω, πώς να σώσω τη γυναίκα μου από την σαπίλα της εξουσίας; Υπάρχει γιατρικό ή θα τη χάσω;»
«Το μόνο γιατρικό, να μην τους ξαναψηφίσεις, Μήτσο».
Εκτός κι αν είσαι μαζόχας, ή προσκυνημένος, ή μαλάκας, ρε Μητσάρα…
karalitsa2@gmail.com