Η εμπλοκή της μητέρας στον θάνατο των δύο παιδιών της, όπως την κατηγορεί η ίδια της η μάνα, αλλά και η παρουσία της στον θάνατο τριών ακόμα παιδιών του φιλικού της περιβάλλοντος, είναι κάτι που ξεπερνά τις αντοχές ενός ανθρώπου.
Από τις δηλώσεις των συγγενών της Ειρήνης, αλλά και του κοινωνικού της περιβάλλοντος συμπεραίνει κανείς ότι, όχι μόνο δεν τους ξάφνιασε η παραβατική συμπεριφορά της, αλλά οι περισσότεροι, την υποδεικνύουν σαν την υπαίτια αυτών των θανάτων.
Τα στοιχεία που έρχονται στο φως της δημοσιότητας από τους συγγενείς είναι αποτρόπαια.
Η Ειρήνη μέσα στην «οδύνη» για τον χαμό του παιδιού της έβρισκε το «κουράγιο» και φωτογράφιζε το νεκρό παιδί της και ο θείος της ομολογεί ότι το κρατούσε νεκρό στο ψυγείο του σπιτιού της, για τέσσερις μέρες.
Η μάνα της, αποκαλύπτει ότι την κτυπούσε στην κοιλιά κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης από πρόθεση να αποβάλει, γιατί δεν επιθυμούσε αδερφάκι και η σύντροφός της την κατηγορεί για βιαιότητα απέναντί της. Άνθρωποι που την γνώριζαν από παιδί μιλούν για στημένες εκ μέρους της εξαφανίσεις, για κομπίνες, για απάτες και για λευκούς γάμους με χρηματισμό.
Η ίδια κατηγορούσε ψευδώς τον σύντροφο της μάνας της ότι την βίασε, με μοναδικό κίνητρο να την εκδικηθεί και τόσα άλλα που δείχνουν έναν χαρακτήρα με κύριο χαρακτηριστικό την συναισθηματική της φτώχεια.
Δεν ξέρω αν είναι ένοχη. Δεν είμαι δικαστής, δεν είμαι εισαγγελέας, ούτε δημοσιογράφος της μεσημεριανής ζώνης.
Εύχομαι να μην εμπλέκεται σε αυτούς τους θανάτους, αλλά ακόμα και αν δεν έχει βάλει το χεράκι της, είναι ολοφάνερη στο πρόσωπό της η απουσία ενσυναίσθησης, που εκφράζεται με ένα διαρκές χαμόγελό όταν η κουβέντα περιστρέφεται γύρω από τον θάνατο αυτών των παιδιών.
Και οι συγγενείς, οι «φίλοι» και ο κοινωνικός της περίγυρος που γνώριζαν ότι κάτι δεν πάει καλά με αυτήν την κοπέλα, δεν μιλούσαν πριν συμβεί η τραγωδία.
Αυτές οι αποκαλύψεις αν έβγαιναν στην δημοσιότητα νωρίτερα και είχαν σαν αποδέκτες τις αρμόδιες αρχές, ίσως να είχαν εξελιχθεί καλύτερα τα πράγματα για την ίδια την Ειρήνη, αλλά και για την τύχη αυτών των παιδιών.
Κάτι αντίστοιχο συνέβαινε και με το ζεύγος των αστυνομικών στην Αθήνα. Όλοι από το συγγενικό περιβάλλον ομολογούν ότι γνώριζαν τον επιθετικό και βάναυσο χαρακτήρα του αστυνομικού της Βουλής, αλλά κανείς δεν αντιδρούσε.
Ο παππούς και η γιαγιά των ανηλίκων παιδιών παραδέχτηκαν πως γνώριζαν για τη σωματική κακοποίηση της κόρης και των εγγονών τους, αλλά δεν έκαναν τίποτα για να τους προστατέψουν.
Γείτονες αποκαλύπτουν ότι: «Ακουγόντουσαν στη γειτονιά όλα αυτά που γινόντουσαν. Ακούγαμε από τον φωταγωγό, φωνές, φασαρία και να πέφτει ξύλο»
Άλλη μαρτυρία γειτόνισσας: «Είχα ακούσει έναν άντρα, ο οποίος έβριζε μια γυναίκα. Άκουγα ένα μωρό να κλαίει. Δεν ήταν συνηθισμένο το κλάμα του. Ήταν σαν να το βασάνιζαν». Άκουγαν, αλλά δεν ενημέρωναν κανέναν.
Συνάδελφοι της μητέρας καταλάβαιναν, ότι με τις άκαιρες ενδυματολογικές επιλογές της προσπαθούσε να κρύψει την κακοποίησή της και δεν κατάφεραν να την πείσουν να μιλήσει.
Δάσκαλοι μέσα από τα γραπτά και τις ζωγραφιές του ενός κοριτσιού, αντιλαμβάνονται ότι κάτι δεν πάει καλά πίσω από τις κλειστές πόρτες της οικογένειας, αλλά πέρα από την ενημέρωση της μητέρας και κάτω από τον φόβο των απειλών του αστυνομικού, δεν απευθύνθηκαν στις αρχές.
Και το χειρότερο. Η υπηρεσία του αστυνομικού ήταν ενήμερη για τις πολλαπλές παρεκτροπές του και τον τιμωρούσε με ποινές χάδι και όχι με την αποπομπή του από το σώμα ως όφειλε.
Και αυτή η ατιμωρησία ήταν που του δημιούργησε την αίσθηση ότι ήταν υπηρεσιακά άτρωτος, καθιστώντας τον ουσιαστικά ανεξέλεγκτο.
Πρέπει να αντιληφθούμε ότι το επιχείρημα ότι δεν είναι δικό μου ζήτημα, η που να μπλέκεις τώρα, δεν είναι μόνο ευτελές αλλά δείχνει και την τεράστια συνενοχή του συγγενικού και του γειτονικού περιβάλλοντος.
Και αν πρόκειται για ενήλικες να συμφωνήσω, μόνο για να προχωρήσει η κουβέντα, ότι έχει μια βάση αυτή η αδιαφορία.
Ο ενήλικας ίσως να έχει την δυνατότητα να αντιδράσει με κάποιον τρόπο, να καταγγείλει την κακοποίησή του.
Το παιδί όμως;
Όταν πρόκειται για παιδιά είναι και ΔΙΚΟ μας ζήτημα.
Τον στρουθοκαμηλισμό της κοινωνίας μας τον έχουμε δει και στο παρελθόν αρκετές φορές.
Όλοι να ξέρουν και κανείς να μην μιλά.
Από την ακραία περίπτωση του βιαστή και παιδοκτόνου Δουρή στην Ερμιόνη, έως τους εγκλεισμούς παιδιών σε υπόγεια για ολόκληρες 10ετίες, επειδή είχαν νοητικά προβλήματα.
Και αν ο Δουρής βρήκε ένα ίχνος μεταμέλειας και κρεμάστηκε, τούτος ο αστυνομικός πα-τέρας είναι αμετ-ανόητος.
Και οι συγγενείς με τους γείτονες να ξέρουν αλλά να μην μιλούν. Και όταν βγαίνει στην επιφάνεια το πρόβλημα το μόνο που κάνουν είναι να εκφράζουν την λύπη τους, τον αποτροπιασμό τους, να κάνουν κριτική στον δράστη, αλλά όχι την αυτοκριτική τους.
Όλα αυτά μου θυμίζουν τον στίχο του Θεοδόση Άθα στο τραγούδι του Γιώργου Ζαμπέτα «Τζακ Ο’ Χάρα».
«Σαν κάναν το καθήκον τους
ήσυχοι πια οι γειτόνοι
γυρίσανε στο σπίτι τους
κι αφήσανε στο χιόνι
της γειτονιάς το φρόκαλο,
τον Τζακ Ο’ Χάρα κόκαλο»