Σε μια εποχή που η παραλιακή ζούσε τα πρώτα της καλοκαίρια με μαγιό και ρακέτες, ο «Γεωργιάδης» άνοιξε τις πόρτες του σε ιδιόκτητο οίκημα στη Βάρκιζα, παντρεύοντας με μοναδικό τρόπο την αρτοποιία με τη ζαχαροπλαστική. Δεν άργησε να γίνει σημείο αναφοράς – ένα σταθερό σημείο στη διαδρομή από τη Γλυφάδα μέχρι το Σούνιο.
Ήταν εποχές που αν έλεγες «Στάση Γεωργιάδη», ήξερες ότι βρίσκεσαι λίγο πριν τη βουτιά ή αμέσως μετά, με ένα τυρόψωμο ή μια βανίλια υποβρύχιο στο χέρι.
Ήταν ο μόνος φούρνος στην περιοχή για πολλά χρόνια. Γενιές ολόκληρες μεγάλωσαν με τα κουλούρια και τα γλυκά του, με μυρωδιές που ταξίδευαν από το φούρνο μέχρι το κύμα. Περαστικοί, λουόμενοι, κάτοικοι και εκδρομείς – όλοι έκαναν μια στάση. Ήταν φούρνος, αλλά και κάτι παραπάνω: μια καθημερινή τελετουργία, μια παιδική ανάμνηση, ένα κομμάτι της ταυτότητας της περιοχής.
Η είδηση του κλεισίματος έφερε συγκίνηση και νοσταλγία. Δεν ήταν απλώς ένα κατάστημα που έκλεισε. Ήταν η αυλαία σε μια ολόκληρη εποχή.
Σήμερα, η Βάρκιζα είναι διαφορετική. Αλλά κάπου στη μνήμη θα υπάρχει πάντα ο φούρνος του «Γεωργιάδη», να μυρίζει φρέσκο ψωμί, καλοκαίρι και μια εποχή που μοιάζει να απομακρύνεται όλο και περισσότερο.