ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΚΟΥΤΕΡΗΣ

Το γινάτι βγάζει μάτι

Τ
ο 2019 η μισή κοινοβουλευτική ομάδα των Ανεξαρτήτων Ελλήνων προσχώρησε στον ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς να μιλήσει τότε περί αποστασίας. Ενώ ο κ. Καμμένος αργότερα, σφιχταγκαλιάζοντας τον κ. Τσίπρα, δήλωσε ότι πώς να ρίξω την Κυβέρνηση με τους βουλευτές μου να έχουν όλοι αγορασθεί.
Το ζήτημα της «αποστασίας» δεν αποκλείεται να ξαναρθεί, όταν η Ν.Δ. στις δεύτερες εκλογές απέχει από την αυτοδυναμία 2-5 βουλευτές. Οπότε ο πρωθυπουργός θα πάρει από πλησιέστερα κόμμα, δηλαδή ΠΑΣΟΚ και την Ελληνική Λύση, έτσι ώστε να σχηματίσει κυβέρνηση.
Το θέμα της μετακινήσεως βουλευτών από κόμμα σε κόμμα είναι εξαιρετικά λεπτό επειδή βαραίνει η ιστορική εμπειρία του 1965. Τότε όμως οι μετακινούμενοι σε άλλο κόμμα απέσυραν την εμπιστοσύνη τους στην Κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου.
Στον μετεμφυλιακό πολιτικό χυλό οι μετακινήσεις ήταν συνηθισμένες. Ακόμη και ο «Γέρος της Δημοκρατίας» συνεργάσθηκε το 1952 με τον Ελληνικό Συναγερμό του Αλέξανδρου Πανάγου, από τον οποίο αποχώρησε το 1953.
Το αμάρτημα των αποστατών στην κρίσιμη μάχη της Δημοκρατίας ποιος αποφασίζει, εκείνος που έχει την λαϊκή εντολή, ή ο χωρίς ευθύνη Ανώτατος Άρχων. Αυτήν την μάχη έχασε ο Κων/νος Καραμανλής την περίοδο του 1961-1963 και γι’ αυτόν τον λόγο αυτοεξορίστηκε.
Σύμφωνα με το άρθρο 60 του Συντάγματος, οι βουλευτές έχουν απεριόριστο το δικαίωμα της γνώμης και ψήφου κατά συνείδηση, δεν εξαγοράζονται, οπωσδήποτε πράγμα το οποίο απαιτεί απόδειξη ή σοβαρή τεκμηρίωση. Οπότε γεννάται το εύλογο ερώτημα η «αποστασία» είναι κατοχυρωμένη από το Σύνταγμα, αφού θέλει τους τριακόσιους να βουλεύονται για το έθνος και όχι για το κόμμα με το οποίον εξελέγησαν;
Επικρατεί και η αντίληψη ότι όταν ένα κόμμα βάζει κάποιον στο ψηφοδέλτιό του, το κάνει για δύο λόγους: Ή είναι στέλεχος του κόμματος και θεωρεί το κόμμα ότι είναι άξιο αυτό το στέλεχος να εκπροσωπήσει στη Βουλή ή ότι γίνεται διερεύνηση με πρόσωπα που θα φέρουν τις ψήφους. Η μεταγραφή του κ. Ευάγγελου Αντώναρου στα ψηφοδέλτια της Προοδευτικής Συμμαχίας (ΠΣ) όπως είναι τελευταία το … επίθετο του ΣΥΡΙΖΑ, δεν φαίνεται να πληροί καμία από τις παραπάνω προϋποθέσεις. Το 2012 ο κ. Αντώναρος είχε κατέβει στη Β΄ Αθήνας με την Ν.Δ. και έλαβε 4.400 ψήφους. Το μόνο κοινό που έχουν με τον ΣΥΡΙΖΑ είναι να ηττηθεί η Νέα Δημοκρατία και ο κ. Μητσοτάκης.
Εξάλλου δεν είναι καθόλου κατανοητό τι εννοούν οι τρεις πρωτοκλασάτοι του ΣΥΡΙΖΑ αρχηγός κ. Τσίπρας, υπαρχηγός κ. Δραγασάκης και κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος κ. Ε. Τσακαλώτος. Όταν χρονικά και αντιφατικά δηλώνουν τα εξής: Ο πρώτος ότι δεν προτίθεται να σχηματίσει κυβέρνηση ηττημένων με τον ισχυρισμό ότι εδώ δεν κάνουμε «μπακαλική», ο δεύτερος ότι θα διερευνήσουμε την δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης ανεξάρτητα με το ποιος θα βγει πρώτος ή δεύτερος και ο τρίτος, διαψεύδοντας τον κ. Τσίπρα, με τα λόγια του ότι τι θα πει κυβέρνηση ηττημένων; Συνταγματικά τούτο ανήκει άλλωστε στην εθνική αντιπροσωπεία που δίνει ψήφο εμπιστοσύνης.
Πάντως, μια τέτοια κυβέρνηση απλής «μπακαλικής» δεν θα είναι κανονική που να διασφαλίζει την πολιτική σταθερότητα και την οικονομική βεβαιότητα που έχει ανάγκη ο τόπος, αντί της αστάθειας και περιπετειών.
Τώρα, πόσο προοδευτική μπορεί να είναι μια συμμαχία που «υιοθέτησε» τον πρώην αρχηγό της ΕΥΠ Δημήτριο Παπαγγελόπουλο επί Κώστα Καραμανλή και τώρα τον κυβερνητικό του εκπρόσωπο, θα το κρίνει ο σοφός λαός κατά τις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές.
Με άλλα λόγια η Π.Σ. έπρεπε να λέγεται συμμαχία πικραμένων. Βεβαίως, υπάρχουν πολλοί ακροδεξιοί που είναι χολωμένοι με τον κ. Μητσοτάκη, τους οποίους συμμάζεψε ο ΣΥΡΙΖΑ την προηγούμενη φορά, την πρώτη φορά Αριστερά. Η οποία δεν έμαθε από τα λάθη της. Δεν κατανόησε ότι η πολιτική ακόμη και στις λεπτομέρειές της, όπως είναι η κατάρτιση των ψηφοδελτίων πρέπει να γίνει με αρχές και όχι με κάποιο γινάτι για τον κ. Μητσοτάκη τώρα και με το ΠΑΣΟΚ παλιότερα.
Καθ’ όσον δεν αντιλαμβάνεται ότι το γινάτι βγάζει μάτι, το μάτι των συνεργασιών με το ΠΑΣΟΚ που τώρα θέλει ο ΣΥΡΙΖΑ να επιτύχει.

 

Ο κ. Ιωάννης Σκουτέρης είναι Δικηγόρος, τέως αντιδήμαρχος Χολαργού