Οι τρεις αρχηγοί, Μητσοτάκης, Κασσελάκης και Ανδρουλάκης προσπαθούν τώρα να διαχειριστούν τις ήττες τους. Οι εξελίξεις στο εσωτερικό των κομμάτων αφορούν φυσικά και τους ψηφοφόρους, αλλά μόνο στο βαθμό που επηρεάζουν τη διακυβέρνηση και τις προοπτικές της χώρας. Κατά τα άλλα, μόνο τα κομματικά στελέχη, οι οπαδοί των αρχηγών, οι πολιτικοί αναλυτές και οι καφενόβιοι επηρεάζονται από το ποιος θα είναι αρχηγός του κάθε κόμματος.
Οι προοπτικές της χώρας λοιπόν, επηρεάζονται από δυο παράγοντες: Πρώτον, από το αν η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα έχει την πολιτική ισχύ και την αποφασιστικότητα που χρειάζεται για να αντιμετωπίσει τα συσσωρευμένα προβλήματα και δεύτερον, αν θα υπάρξει μια εναλλακτική πρόταση, δηλαδή ένα ισχυρό κόμμα στην αντιπολίτευση, το οποίο κάποια στιγμή θα μπορεί να διαδεχθεί τη σημερινή κυβέρνηση.
Αυτή τη στιγμή, η προοπτική δεν είναι καλή για κανένα από αυτά τα δυο θέματα. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν προχώρησε σε γενναίες μεταρρυθμίσεις ούτε όταν ήταν πανίσχυρη. Δεν κατάφερε να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της ακρίβειας, ούτε το πρόβλημα της εγκληματικότητας. Αυτά τα δυο οδήγησαν στην πτώση των ποσοστών της και παραμένουν τα δυο σημαντικότερα προβλήματα της καθημερινότητας τώρα. Η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης διασφαλίζει ότι οι αριθμοί (τα δημοσιονομικά μεγέθη) θα ευημερούν, αλλά δεν φροντίζει να μην υποφέρουν οι πολίτες. Δεν είναι μια πολιτική μακροπρόθεσμης ανάπτυξης της οικονομίας, δεν λαμβάνει υπόψη ούτε τις ιδιαιτερότητες της χώρας, ούτε τις δυνατότητες της, ούτε τις ανάγκες των πολιτών. Δεν λαμβάνει υπόψη της τους στόχους της Πολιτικής Οικονομίας, είναι μια πολιτική βγαλμένη από το εγχειρίδιο ενός Business School. Συνεπώς, όσο κι αν ελπίζουμε ότι η κυβέρνηση θα προχωρήσει στο σωστό δρόμο με αποφασιστικότητα, δεν μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι ότι θα το κάνει.
Όσον αφορά στο δεύτερο ζήτημα, της δημιουργίας ενός ισχυρού κόμματος στην αντιπολίτευση, που θα μπορέσει κάποτε να προσφέρει εναλλακτική λύση, τα πράγματα είναι ακόμη πιο δύσκολα. Το ΠΑΣΟΚ βράζει με τον Πρόεδρο του Ανδρουλάκη να προσπαθεί να ελέγξει το κόμμα και τους υποψήφιους που θεωρούν ότι θα τα πάνε καλύτερα από τον Ανδρουλάκη, να του επιτίθενται ομαδικώς. Οι εξελίξεις εκεί τρέχουν και δεν ξέρουμε τι θα γίνει, όπως δεν ξέρουμε τι θα γίνει στο ΣΥΡΙΖΑ του Κασσελάκη, που επίσης δεν αποτελεί αυτή τη στιγμή εναλλακτική λύση. Η Κεντροαριστερά, είναι πολυδιασπασμένη και είναι πάρα πολύ αμφίβολο, ακόμη κι αν υπάρξουν συγκλίσεις μεταξύ των κομμάτων του χώρου, ότι θα καταφέρουν να συγκροτήσουν μια εναλλακτική πρόταση εξουσίας.
Στα κόμματα της κεντροαριστεράς, αυτή τη στιγμή περισσεύει η φιλοδοξία, ο ναρκισσισμός, η εγωπάθεια, αλλά λείπει το πρόγραμμα, λείπουν οι πολιτικές λύσεις, λείπει μια εναλλακτική πρόταση για τη διακυβέρνηση της χώρας.
Με την κυβέρνηση λιγότερο ισχυρή από ότι ήταν και την αντιπολίτευση να παλεύει να ανασυγκροτηθεί, δύσκολα μπορούμε να δούμε καλή προοπτική για τα επόμενα χρόνια. Το πιθανότερο είναι ότι στις επόμενες εκλογές – αν δεν αλλάξει κάτι – θα έχουμε μια κυβέρνηση συνεργασίας, η οποία θα προσπαθεί τσάτρα – πάτρα να διαμορφώσει ενιαίες πολιτικές και να κυβερνήσει. Οι κυβερνήσεις συνεργασίας που είχαμε στην Ελλάδα μέχρι σήμερα, δεν πήγαν ποτέ καλά και είναι αμφίβολο αν θα πάνε και στο μέλλον. Απλώς γεμίζουν το χρόνο, μέχρι να διαμορφωθούν ισχυρές πολιτικές ομάδες στα κόμματα, για να βγει μετά μια ισχυρή κυβέρνηση.
Όπως διαφαίνεται η κατάσταση σήμερα, θα πρέπει να περιμένουμε πολύ καιρό μέχρι να βρεθεί μια ικανοποιητική για τη χώρα ηγετική ομάδα, που θα μπορέσει να κυβερνήσει με αξιώσεις.
nikolopoulos@reporter.gr