«Πώς βγάζω εγώ τον Χειμώνα, πώς επιβιώνω, με ρώτησε κανείς; Κοίτα πώς με κατάντησαν έτσι, οι άχρηστοι…»
Καινούριος του θεός ο Πολάκης. Οι άνθρωποι επικαλούνται καινούριους θεούς όταν καινούριες καταστάσεις συνθλίβουν την ζωή τους. Έτσι ξεφτίζουν οι παλιοί θεοί. Πέφτουν σε δυσμένεια ως αναποτελεσματικοί.
«Τι είπε πάλι ο Πολάκης, ρε Περικλή;»
«Τα ‘χει με την Σοφία Νικολάου, τη Γενική Γραμματέα Αντιεγκληματικής Πολιτικής. Ξέρεις, αυτή με τις απευθείας αναθέσεις και τις υπερτιμολογήσεις… Αντί, λέει ο Πολάκης, να ετοιμάζει την απολογία της για τον Ανακριτή για την κακουργηματική δίωξη που της έρχεται, επιτίθεται στους ελεγκτές του ΣΔΟΕ που αποκάλυψαν τις βρωμιές της, επιβεβαιώνοντας αυτά που είχε καταγγείλει με παρεμβάσεις στη Βουλή και με τη μηνυτήρια αναφορά τους. Κατάλαβες, φίλε μου! Και να δεις που δεν κουνιέται φύλλο, σαν να μην τρέχει τίποτα, σαν να μην μας χρωστάει κανείς καμιά εξήγηση, ρε φίλε. Μα για να δούμε τώρα που την πάει ντουγρού για τον εισαγγελέα, για να δούμε…»
«Μπα, δεν άκουσα κάτι… Πώς τα ξέρεις εσύ;»
«Από τα Μέσα Κοινωνικής δικτύωσης. Της τα ‘ριξε χύμα ο Πολάκης. Αλλά εσύ από πού να το ακούσεις; Από τα δελτία ειδήσεων των καναλιών ή από τις εφημερίδες που ακόμη αναχαράζουν τα ζεστά μας λεφτουδάκια που τους μπούκωσε η κυβέρνηση;»
Αναψοκοκκίνισε ο Περικλής.
Στο νου μου έρχεται εκείνο το παλιό σποτάκι με τα χαρτονομίσματα που πέφτουν από το ταβάνι και η δημοσιογράφος τ’ αρπάζει στον αέρα λαίμαργα. Η δύναμη της εικόνας, προφανώς, λειτουργεί διαχρονικά.
«Βαρέθηκα, ρε Περικλή, κουράστηκα. Πέρα από τις απευθείας αναθέσεις που μου λες, τόσες λαμογές ακούς καθημερινά. Τόσες ψευτιές, τόσες ύποπτες αγοροπωλησίες, ύποπτες παρακολουθήσεις, ύποπτες φιλίες, ύποπτες εχθροπραξίες».
«Κάποιοι εκεί στην κυβέρνηση, όπως είπε κι ο Πολάκης, με αισχρό και χυδαίο τρόπο βγάζουν μεροκάματο, φίλε. Με το δικό μου μεροκάματο όμως θα ασχοληθεί ποτέ κανείς; Λογαριασμοί, φαί, πετρέλαιο, ρούχα, σχολεία… Και επιδόματα του κώλου… Αν είχα μεροκάματο κανονικό εγώ, θα είχε και το κράτος όφελος. Περίεργο όμως, αυτό κανέναν δεν τον ενδιαφέρει. Εγώ, η γυναίκα μου, τα παιδιά μου δεν τους ενδιαφέρουμε. Τελικά, πού στο διάολο το πάνε!»
Ο Περικλής έχει μέσα του πολύ θυμό. Τον γεννάει η πείνα, η ανασφάλεια και ο φόβος. Οι άρχοντες του τόπου θρέφουν το θυμό του Περικλή. Και το κάνουν όλο αυτό με τρόπο σαδιστικό, υπεροπτικό, περιφρονητικό. Ωστόσο, ο Περικλής, είναι εκείνος που θρέφει το κράτος το οποίο του θρέφει ο θυμό. Φαύλος κύκλος. Πώς γίνεται αυτό; Πώς μπορεί να πετυχαίνει; Ποιο ευφυές μυαλό αποφάσισε να αφαιρέσει το δικαίωμα από τον Περικλή να θρέψει την οικογένειά του, καθώς και, στο βαθμό που του αναλογεί, να θρέψει και το κράτος;
Μέσα στον χείμαρρο της λαμογιάς και της κατάχρησης του Δημοσίου χρήματος, οι απευθείας αναθέσεις και υπερτιμολογήσεις της Σοφίας Νικολάου που κοστολογήθηκαν από το ΣΔΟΕ δύο εκατομμύρια ευρώ, ήταν η μία ακόμη σταγόνα, εκείνη που έπνιξε τον Περικλή και τον αλλαξοπίστησε. Ένας χείμαρρος εκατομμυρίων που ρέει για να μπουκώνει στόματα, να ξεπλένει συνειδήσεις και να τρομοκρατεί δικαίους και αδίκους
Ο Περικλής που κατά περίσταση αλλάζει θεούς, χτίζοντας κάθε φορά καινούριους βωμούς, επινοώντας καινούριους τάφους αρχαίων προγόνων, καθίσταται εξαιρετικά επικίνδυνος για την εξουσία.
Ο θυμός του απειλεί την εξουσία.
Την εξουσία που θρέφει το θυμό του Περικλή. Την πείνα, την ανασφάλεια και το φόβο του.
Κι εκεί κλείνει ο κύκλος. Γιατί, δεν μπορεί, αν και φαύλος, πάντα, κάπως πρέπει να κλείνει ένας κύκλος.
Ενίοτε, με πάταγο.
karalitsa2@gmail.com