Η αυτοτελής προστασία του θεωρούνταν αδιανόητη, έτσι όπως μαρτυρεί και η έλλειψη οποιασδήποτε αναφοράς από την αρχική Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, η οποία είχε ως αντικείμενο την οικονομική ανάπτυξη μέσω μορφών υπερεθνικής συνεργασίας.
Χρειάστηκαν 30 χρόνια για να προστεθεί με την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη (1986) ειδική νομική βάση για το περιβάλλον. Προβλέφθηκε ωστόσο η ομοφωνία ως ο κανόνας για τη λήψη των αποφάσεων για θέματα περιβάλλοντος.
Με τις παρατηρήσεις των επιστημόνων, αργά αλλά σταθερά διαμορφωνόταν συνείδηση των επιβλαβών επιπτώσεων της ανθρώπινης δραστηριότητας στο περιβάλλον, όπως το φαινόμενο της όξινης βροχής, η οποία πίεζε για την υιοθέτηση μέτρων προστασίας του. Άρχισε πράγματι να αναπτύσσεται μια ευνοϊκή προς το περιβάλλον στάση που οδήγησε σε πολλές θεσμικές πρωτοβουλίες και νέες ρυθμίσεις, με κατάληξη τη διαμόρφωση μιας Ευρωπαϊκής Πολιτικής στον τομέα του περιβάλλοντος από τη Συνθήκη της Λισαβόνας, το 2009.
Παρ’ όλη την προηγμένη ρύθμιση της Ένωσης, η οποία εστίαζε στην προστασία της υγείας του ανθρώπου, στη συνετή και ορθολογική χρησιμοποίηση των φυσικών πόρων και στη καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος, οι ισχυρές ομάδες πίεσης, γνωστότερες ως lobbies, δεν επέτρεψαν ριζικές μεταρρυθμίσεις. Πράγματι, οι ομάδες αυτές λειτούργησαν ανασταλτικά στην εκπόνηση και εφαρμογή μιας αναγκαίας πολιτικής περιβάλλοντος, στο μέτρο που μεταξύ άλλων συνέβαλαν στην καθυστερημένη εφαρμογή κανόνων μείωσης εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από τα αυτοκίνητα, στην μη επιβολή προτύπων ποιότητας του αέρα για τα βαριά μέταλλα και στην μη θέσπιση προτύπων εκπομπής ουσιών ρύπανσης.
Ωστόσο, οι εκθέσεις της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή, του ΟΗΕ, ιδίως τα καταστροφικά φαινόμενα που αυτές ανέφεραν και εξηγούσαν οδήγησαν τελικά πολλά κράτη και διεθνείς οργανισμούς να συνειδητοποιήσουν πλήρως την «κλιματική βόμβα» που είχε δημιουργηθεί.
Το μέσο απενεργοποίησης της κλιματικής βόμβας για την Ευρωπαϊκή Ένωση πήρε το όνομα Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία που έθεσε τα κράτη μέλη ενώπιον πολλών και άκρως δυσχερών καθηκόντων.
Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη ξεκίνησαν πολύ πριν να υιοθετούν μέτρα αντιμετώπισης των περιβαλλοντικών προβλημάτων, με μια πλειάδα οδηγιών, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται η οδηγία 2004/35/ΕΚ σχετικά με την περιβαλλοντική ευθύνη, όσον αφορά την πρόληψη και την αποκατάσταση περιβαλλοντικής ζημιάς, η οποία θέτει σε εφαρμογή την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει».
Καίτοι η οδηγία αυτή προβλέπει εξαιρέσεις, που φαίνονται δικαιολογημένες, όπως είναι οι ζημιές που προκαλούνται από ένοπλη σύγκρουση, ενέργειες υπέρ της εθνικής άμυνας ή της προστασίας από φυσικές καταστροφές, συνιστά ένα σπουδαίο επίτευγμα των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επειδή κύριο μέλημα είναι η αυθύπαρκτη προστασία του περιβάλλοντος.
Ιδιαίτερης σημασία επίσης είναι και η οδηγία 2007/60/ΕΚ για την αξιολόγηση και διαχείριση των κινδύνων πλημμύρας η οποία προσδιορίζει τις λεκάνες απορροής των ποταμών και τα μέτρα που πρέπει να λάβουν οι εθνικές διοικήσεις, μεταξύ των οποίων είναι η κατάρτιση σχεδίων διαχείρισης λεκάνης απορροής ποταμών, ιδίως για να αντιμετωπιστούν απρόβλεπτες ή εξαιρετικές καταστάσεις που πλήττουν το υδατικό σύστημα.
Τα σχέδια διαχείρισης σύμφωνα με την οδηγία έπρεπε να έχουν δημοσιευτεί μέχρι το 2009, με προθεσμία αναθεώρησής τους το 2015 και στη συνέχεια ανά εξαετία. Όπως προκύπτει από σχετική ιστοσελίδα του Υπουργείου Περιβάλλοντος, το τελευταίο χρονικά εγκριθέν σχέδιο διαχείρισης των Λεκανών Απορροής Ποταμών του Υδατικού Διαμερίσματος Θεσσαλίας, που κατάρτισε η Εθνική Επιτροπή Υδάτων, δημοσιεύτηκε στις 25 Σεπτεμβρίου 2014, ενώ στις 19.04.2021 δημοσιεύτηκε προκήρυξη για την ανάθεση του έργου αναθεώρησης του εν λόγω σχεδίου, με διάρκεια παράδοσης του έργου έως την 15.11.2023. Πρόκειται για απαράδεκτη καθυστέρηση, η οποία συνέβαλε στην μη έγκαιρη λήψη μέτρων μετριασμού των επιπτώσεων της μεγάλης πλημμύρας στη Θεσσαλία.
Πρόκειται για μια από τις πολλές παθογένειες του κράτους στις οποίες αναφέρθηκε ο Πρωθυπουργός στη ΔΕΘ, τονίζοντας την ανάγκη λήψης μέτρων που σηματοδοτούν μια διαδικασία επανίδρυσης του κράτους, η οποία εκτός των άλλων απαιτεί την ταχύτατη εκπόνηση έργων προστασίας, με τη σύμφωνη γνώμη των επιστημόνων, την εξάλειψη της σύγχυσης των αρμοδιοτήτων, τη συμμετοχή των πολιτών και ιδιωτών στον περιορισμό των επιπτώσεων, μέσω υποχρεωτικής ασφάλισης της περιουσίας τους. Μόνο έτσι θα κερδηθεί ο «άτυπος πόλεμος» που δυστυχώς γίνεται αντιληπτός μόνο μέσω των καταστρεπτικών επιπτώσεών του.
*Ο Αστέρης Πλιάκος είναι Καθηγητής Ευρωπαϊκού Δικαίου, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών