ΛΙΤΣΑ ΚΑΡΑΜΠΙΝΗ

Κάρτες εορταστικές

Β
ρίσκω δυο ευχετήριες κάρτες στο γραμματοκιβώτιό μου. Η μία από τον Γιάννη, η άλλη από την Λένα. Τις ανοίγω. Τις διαβάζω. Τις διαβάζω ξανά.

Η κάρτα του Γιάννη. «Για το νέο έτος 2024 σου εύχομαι υγεία, δύναμη, ελπίδα».

Η κάρτα της Λένας. «Εύχομαι το νέο έτος να σου φέρει ό,τι επιθυμείς».

Διάολε… τόσο λακωνικά, τόσο άψυχα…

Βγάζω την κούτα από το κάτω αριστερό ντουλάπι του γραφείου. Ψάχνω στο σωρό με τις ευχετήριες κάρτες προ-προηγούμενων ετών. Βρίσκω πέντε του Γιάννη και οχτώ της Λένας. Τις διαβάζω με χρονολογική σειρά. Είναι σαφές και δεν χρειάζεται κανείς να έχει γνώσεις ψυχολογίας για να διακρίνει την απογοήτευση, την απαξίωση της ίδιας της ελπίδας τους, καθώς, χρόνο με τον χρόνο, την προβάλλουν μέσα από απλές προτάσεις ευχών.

Κι αναρωτιέμαι, πού χάθηκαν οι λέξεις «ευτυχία» «ευημερία» «δημιουργικότητα» που συνήθιζε να συμπεριλαμβάνει στις ευχές του ο Γιάννης;

Ποιος ρούφηξε τα χαριτωμένα αυτοσχέδια στιχάκια που σκάρωνε στις ευχετήριες κάρτες της η Λένα; Ποιος έκλεψε τις λέξεις της; Αγάπη, χαρά, έρωτας, όνειρα, ελπίδα… ποιος τις μετάλλαξε σ’ αυτή την αμήχανη φράση την κενή «ό,τι επιθυμείς»;

Ναι, ξέρω, η χρονιά που έφυγε μας πήρε πολλά, όπως μας πήραν και οι προηγούμενες. Για να τα πάρει, έγδαρε ξανά το πετσί μας. Μα την ψυχή μας ποιος μας την άδειασε; Μπορούν τα παρασάνταλα κυβερνητικά μέτρα, η αναλγησία των διαχειριστών της εξουσίας, η φτώχια, η ανεργία, η ανασφάλεια για την επόμενη ημέρα να μας κλέψουν μέσα από την ψυχή τις λέξεις μαζί με όλο το βάρος του νοήματος που κουβαλούν; Σαν να μου φαίνεται πως μπορούν.

Καταναλώνω δύο ώρες από το υπόλοιπο της ζωής μου να τρυπώσω στα άδυτα της ψυχής όλων των φίλων μου, οι οποίοι τα τελευταία χρόνια μέχρι και τούτες τις φετινές γιορτές, μου έχουν στείλει λιτές ή φανταχτερές εορταστικές ευχές. Διάβασα όλες τις κάρτες που έχω λάβει, μία μία.

Συμπέρασμα. Οι λέξεις τους μαραζώνουν ολοταχώς. Συρρικνώνονται. Διατυπώνουν ευχές όλο και πιο τυπικές, όλο και πιο μίζερες. Μίζερες σαν την ψυχή τους, τη ζωή τους, τις ελπίδες και τις προσδοκίες τους.

Εγώ για τούτη τη χρονιά κάρτες δεν έστειλα, έκανα λίγα τηλεφωνήματα σε φίλους και γνωστούς. Λίγα, δεν άντεξα περισσότερα. Μπούχτισα απ’ την κακομοιριά, την συγκαλυμμένη δειλία, την ψευτοενοχή, την αγωνία και το φόβο για την χρονιά που έρχεται. Μπούχτισα με τις λέξεις. Στερεότυπες, επαναλαμβανόμενες λέξεις, που διέσχιζαν την τηλεφωνική γραμμή. Αν και όχι απαραίτητα με τις δικές τους λέξεις… Γιατί κι εγώ παίζω στο παιχνίδι. Μιζεριάζω, θάβω τις δικές μου ευχές στο πιο ανήλιαγο κομμάτι της ψυχής μου, εκεί στο μεγάλο χωνευτήρι των ανεκπλήρωτων ονείρων μου. Κι ύστερα μπουχτίζω απ’ τη μιζέρια μου. Γιατί δεν έστειλα στους φίλους κάρτες με ευχές; Πού είναι οι ευχές, οι δικές μου ευχές, τα όνειρα, τα επόμενα βήματα που λογαριάζω να κάνω; Εκεί έξω δεν υπάρχει τίποτα για μένα που να μην αξίζει τη μεμψιμοιρία και την απαξίωσή μου; Όλα μια πληγή… όλα μια ανελέητη κενολογία…

Παίρνω χαρτί και μολύβι. Με την αιχμή της μύτης του μολυβιού τρυπώ εκείνο το κομμάτι μέσα μου που τελευταία κακοφόρμισε. Από τα κακοφορμισμένα κύτταρα ξεχύνεται δύσοσμο υλικό που συμπαρασύρει το μαράζι, την απάθεια, την καρτερικότητα και τη βλακεία που με μπόλιασαν οι χρόνοι που έφυγαν. Γράφω στον Γιάννη, στη Λένα, στον Στέλιο στην Αργυρώ, στην Ελένη. Γράφω δυο λόγια, δυο ευχές στους φίλους, στους γνωστούς, στους άγνωστους. Γράφω στον εαυτό μου για την στιγμή που θα χρειαστεί να το διαβάσω.

Καλή χρονιά σε όλους μας. Με δύναμη και υγεία, οράματα και στόχους, αποφασιστικότητα, αγωνιστικότητα και σκέψη δημιουργική. Με αγάπη για το διπλανό, μα και τον ίδιο μας τον εαυτό, εκείνον τον περήφανο εαυτό που ξέραμε παλιά.

Καλή χρονιά με ευτυχία και χαρά για όλα εκείνα τα μικρά που μας προσφέρει η ζωή ως αντίδωρο για κείνα που μας παίρνει. Για όλες εκείνες τις μικρές στιγμές που μάθαμε να προσπερνάμε.

Κι ας μας σφυρίζουν οι σειρήνες μοχθηρά ότι η ευτυχία κι η χαρά μας δεν είναι άλλο παρά μόνο η αντανάκλαση των ασεβών μας πόθων.

Καλή χρονιά λοιπόν! Α, και με τσαμπουκά ρε σεις… με τσαμπουκά…

Να μην ξεχνιόμαστε.

 

karalitsa2@gmail.com