ΛΙΤΣΑ ΚΑΡΑΜΠΙΝΗ

Η μαμουνοχεσιά της επόμενης μέρας

Ρ
ε φίλε, πάψε να φοβάσαι. Δεν λέω, κι εγώ τρομοκρατήθηκα, έπεσα στα μαύρα πανιά σαν άκουσα την Ματίνα Παγώνη σε ενημερωτική εκπομπή του ΣΚΑΙ – πολύ την υπολήπτομαι την ενημέρωση του ΣΚΑΙ – να μας προετοιμάζει για μια νέα νόσο που απειλεί την υφήλιο και είναι τόσο τρομαχτική, τόσο θανατηφόρα, τόσο, που ο covid 19 μπροστά της ένα μπιχλιμπίδι είναι. Ήπια νόσος ο covid, είπε η Ματίνα. Ωστόσο, όπως κατάλαβα, αυτό όλο δεν το κατέβασε απ’ το κεφάλι της. Το φιρμάνι το έβγαλε ο ΠΟΥ κατόπιν του συνεδρίου που έκανε στη Γενεύη. Και ως εκ τούτου ενημέρωσε τις κυβερνήσεις των λαών να είναι προετοιμασμένες για τη μεγάλη συμφορά που θα πέσει στα κεφάλια των ανθρώπων όταν σκάσει μύτη αυτός ο καθόλου συγκεκριμένος ιός με το χαρακτηριστικό όνομα «άγνωστος Χ» για τον οποίο ακόμη δεν γνωρίζουν ούτε ποιος είναι, ούτε από πού μας έρχεται, ούτε πώς τον πολεμάνε. Το μόνο που ξέρουν οι σοφοί σύνεδροι είναι ότι θα είναι εξαιρετικά θανατηφόρος.

Εκεί, έπεσα να πεθάνω απ’ την τρομάρα μου. Αν υπήρχε Ζάλογγο στα Κάτω Πατήσια θα μάζευα παιδιά κι εγγόνια και θα φουντάριζα σαν τις Σουλιώτισσες μαζί τους. Αλλά στην ζωή, πραγματικά, τίποτα δεν είναι τυχαίο. Πάνω στις μαύρες μου χτυπάει το τηλέφωνο. Ο εξάδελφος ο Ασημάκης μετανάστης προ δεκαετίας στην Ελβετία.

Τον άκουσα μες στην τρελή χαρά. Αγόρασε πρόσφατα ένα μικρό παλιό αυτοκίνητο και ήθελε να μου το πει να χαρώ κι εγώ μαζί του. Το είπε, δεν χάρηκα. Τα πάντα ματαιότης… Κι ύστερα, το και το… του είπα. Πάει, χανόμαστε όλοι.

Ξεντεριάστηκε στα γέλια ο Ασημάκης. «Άκου ξάδελφε να σου πω πως έχουνε τα πράγματα». Μου είπε όταν μπόρεσε να πάρει την ανάσα του.

Την ημέρα που έγινε το συνέδριο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, στον 17ο όροφο ενός μεγάλου ξενοδοχείου, εκείνος είχε βάρδια. Δουλεύει σε μια εταιρεία που καθαρίζει τα εξωτερικά τζάμια πολύ ψηλών κτηρίων. Σε κείνο λοιπόν το ξενοδοχείο, μόλις είχε τελειώσει τα τζάμια του 18ου ορόφου και ο καλαθοφόρος γερανός τον είχε κατεβάσει στον 17ο όροφο. Με την πρώτη κίνηση προς τα δεξιά, δίπλα ακριβώς από το air condition, το καλάθι που τον μετακινούσε ακινητοποιήθηκε κι εκείνος ενημερώθηκε ότι υπάρχει τεχνικό πρόβλημα και θα χρειαστεί να παραμείνει στον αέρα για κάμποση ώρα. Έτσι, παρακολούθησε όλο το συνέδριο. Είδε τους συνέδρους να κάθονται γύρω από ένα μεγάλο τραπέζι. Τους άκουσε να μιλούν για θέματα οικονομικά, για πρωθυπουργούς και υπουργούς διαφόρων χωρών, για σπόρους και λιπάσματα, μέχρι και για τα γκομενικά τους. Όλα αχταρμάς. Μόνο για θέματα Υγείας δεν μιλούσαν, ίσως δεν πρόλαβαν όμως γιατί κάποια στιγμή άνοιξε η πόρτα και ήρθαν οι καφέδες. «Βρε, η Μαρίκα η καφετζού» είπε σαν την είδε ο εξάδελφος, γιατί την γνώριζε από παλιά.

Οι σύνεδροι, ρούφηξαν στα γρήγορα τον καφέ τους και γύρισαν τα φλιτζάνια. Με τον καφέ άναψαν και τσιγάρα. Τσιγάρα ή τσιγαριλίκια δεν διέκρινε καλά. Κέρασαν και την Μαρίκα. Όσο η Μαρίκα κοιτούσε περισπούδαστα τα φλιτζάνια, η ατμόσφαιρα στην αίθουσα είχε γίνει παιδική χαρά. Μπα, τσιγαριλίκια ήταν! Ξαφνικά έγινε απόλυτη ησυχία, μόνο η μαστουρωμένη φωνή της κυρίας Μαρίκας ακουγόταν.

Βλέπω ένα λεφούσι ζωντανά να τρέχουν πίσω από έναν πίθηκο, τους είπε. Τι γουρούνια, τι λιοντάρια, τι σαύρες, τι γυπαετοί… και πρόβατα και λύκοι και ύαινες και λαγοί… μέχρι κι ο πονηρός ο όφις στο κατόπι του πιθήκου τρέχει. Και να, τώρα σκοντάφτει ο πίθηκος κι όλοι οι άλλοι πίσω του σκοντάφτουνε επάνω του. Και πέφτουνε τα ζωντανά μ’ ορμή το ένα πάνω στο άλλο. Απ’ τη μεγάλη σύγκρουση τόσων ζωντανών, σηκώνεται ένα σύννεφο απ’ τα μαμούνια που ζούσαν στις προβιές τους. Το μαμουνοσύννεφο διαλύει στον αέρα και τα μαμούνια διασκορπίζονται σ’ όλης της γης τα πέρατα γεμίζοντας ταυτόχρονα τον κόσμο ολόκληρο με τις μαμουνοχεσιές τους. Στο σημείο αυτό η κυρία Μαρίκα έγειρε πίσω το κεφάλι ζαλισμένη κι αμάθητη απ’ το βαρύ τσιγάρο πήρε έναν υπνάκο.

Ωστόσο η μπόχα απ’ τη μαστούρα και των συνέδρων τις πορδές – ξέρεις τι πορδή πέφτει στα συνέδρια – έφτανε στη μύτη μου απ’ το εξαεριστικό του air condition. Ίσως γι αυτό οι σύνεδροι αποφάσισαν να κατέβουν στο δρόμο να πάρουν καθαρό αέρα.

Και κατέβηκαν ψιλοτρεκλίζοντας. Στην εξώπορτα του ξενοδοχείου τους περίμεναν σαν τα μαμούνια οι δημοσιογράφοι, με τα μικρόφωνα στο χέρι. Οι σύνεδροι κάτι έπρεπε να τους πουν. Και όσο αξιόπιστες γι’ αυτούς κι αν είναι οι μελλοντολογίες της κυρίας Μαρίκας δεν μπορούσαν να αναφερθούν επίσημα σε μαμουνοχεσιές.

Έτσι, μίλησαν για το κακό που περιμένει όλο τον πλανήτη, για ζώα μαλλιά κουβάρια που δεν τα ξέμπλεξαν ακόμη, για κάτι απροσδιόριστο που θα το προσδιορίσουν σύντομα αν τους δοθούν οι κατάλληλες χορηγίες κι έκλεισαν με βαρύ θανατικό για επικυρώσουν αναντίρρητα όλα τα πάρα πάνω.

Για τούτα που μου διηγήθηκε ο Ασημάκης, επιμένει πως λέει μόνο την αλήθεια.

Εγώ λέω ότι μου κάνει πλάκα. Όπως πλάκα κάνει και ο ΠΟΥ στην Ματίνα.

Εκτός κι αν η μαστούρα μεταδίδεται μέσα από το internet και τις οπτικές ίνες. Θα μπορούσε να έχει μια λογική αυτό… το μόνο που θα μπορούσε…

 

karalitsa2@gmail.com