ΛΙΤΣΑ ΚΑΡΑΜΠΙΝΗ

Για τις μητέρες που δεν γιορτάζουν

Σ
ε όλους τους τόπους και τους πολιτισμούς, οι άνθρωποι, γιόρταζαν πάντα τη μάνα μαζί με την αρχή της Άνοιξης, τη γονιμότητα, την ανανέωση της γης.
Το 1914, το κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών καθιέρωσε τη γιορτή της μητέρας, την δεύτερη Κυριακή του Μαΐου. Για την καθιέρωση αυτής της γιορτής αγωνίστηκε σκληρά η Άννα Τζάρβις από την Βιρτζίνια, θέλοντας να τιμήσει τη δική της μάνα, μια γυναίκα που διοργάνωνε ομάδες εθελοντισμού, και στα μεταπολεμικά χρόνια του εμφυλίου, μαζί με τις άλλες γυναίκες, οργάνωνε συμβολικές εκδηλώσεις με μηνύματα για την ειρήνη και την συμφιλίωση των δύο αντιμαχόμενων πλευρών. Οι μανάδες της εποχής εκείνης, τόσο οι Βόρειες όσο και οι Νότιες, χαροκαμένες οι περισσότερες από τον αδελφοκτόνο πόλεμο, έδιναν τα χέρια αναλαμβάνοντας ενεργό πολιτικό ρόλο για την προώθηση της ειρήνης.
Στις μέρες μας η γιορτή της μητέρας είναι περισσότερο φορτισμένη με τρυφερά συναισθήματα, μνήμες, νοσταλγίες, χαρές, αγκαλίτσες, όνειρα, προσμονές, παιδιάστικες ζωγραφιές με καρδούλες, αλλά και την απαραίτητη δόση καταναλωτισμού που χαρακτηρίζει τις σύγχρονες κοινωνίες. Όλα αυτά και όχι μόνο. Γιατί στην πίσω γωνιά, εκεί όπου δεν πέφτουν τα φώτα του προβολέα, η γιορτή της μητέρας βαραίνει κάποιες γυναικείες ψυχές με θλίψη και απόγνωση. Εκεί, οι προσμονές μαράθηκαν απότιστες και τα όνειρα που έσβησαν έθρεψαν εφιάλτες.
Σ’ όλο το σκηνικό είναι μπροστά οι μητέρες που γιορτάζουν. Μια παιδιάστικη ζωγραφιά, ένα λουλούδι, έστω ένα τηλεφώνημα, είναι χαρά, είναι γιορτή.
Μα είναι κι οι μητέρες που έχουν πάψει να γιορτάζουν. Είτε γιατί κάπου στη γη βολοδέρνουν τα παιδιά τους, ταξιδευτές σε πλαστούς παραδείσους, είτε γιατί άγουρα η γης τα κατάπιε. Εκείνες ποτέ ξανά δεν θα γιορτάσουν. Μόνο μνήμες κι εικόνες περασμένες τριβελίζουν το νου. Δυο ματάκια παιδικά που γελούν, τα πρώτα άτσαλα λογάκια, η πρωινή επανάληψη για λίγες αράδες ορθογραφία, ένα λουλούδι στη γιορτή της μητέρας, ένα φιλί, μια σφιχτή αγκαλιά. Μαχαίρια που σφάζουν την ίδια πληγή ξανά και ξανά.
Ανήμερα της γιορτής της μητέρας. Οχτώ και μισή το πρωί πίνω καφέ στο μπαλκόνι. Χτυπάει το τηλέφωνο.
«Μαμά, χρόνια πολλά».
«Κι εσύ κορίτσι μου, να χαίρεσαι τα παιδιά σου».
«Να δεις τι δώρο μου έκαναν…» γελάει ευτυχισμένη η κόρη.
Γελάω κι εγώ ρουφώντας μαζί με μια τζούρα καφέ και μια πολύτιμη στιγμή ευτυχίας, απ’ αυτές που πότε πότε ξεχνιέται και μου προσφέρει η ζωή.
Ύστερα, συνεχίζω μόνη στο μπαλκόνι να πίνω τον καφέ μου.
Στο μπαλκόνι της απέναντι πολυκατοικίας βλέπω την κυρά Λένη που κλαίει τρία χρόνια τώρα το γιό της τον αυτόχειρα, να τινάζει ένα σεντόνι. Κρύβω τη χαρά μου και της γνέφω «καλημέρα». Στο νου μου έρχεται και η Φανή που η κόρη της, ύστερα από δυο απόπειρες αποτοξίνωσης, κύλησε ξανά και τώρα ούτε ξέρει πού να βρίσκεται.
Πίνω ακόμη μια γουλιά καφέ και κόβω απ’ τη γλάστρα ένα λουλούδι. Σκέφτομαι να πάω απέναντι να χτυπήσω το κουδούνι της κυρά Λένης, να της το προσφέρω. Να την αφήσω ν’ αδειάσει επάνω μου τις μνήμες, τις ενοχές, τους πόνους, τους θυμούς της και να γιορτάσουμε έτσι μαζί τη γιορτή της μητέρας. Ύστερα, θα μπορούσα να επισκεφτώ τη Φανή. Γιατί είμαστε όλες μητέρες. Γιατί σαν μάνα έχω μάθει να σηκώνω το φορτίο του άλλου, να του θεραπεύω τον πόνο με το χάδι μου, με λόγια αγάπης να λύνω τις σφιχτά δεμένες θηλιές του θυμού του.
Και σκέφτομαι ακόμη πως έτσι μόνο έχει αξία η μέρα αυτής της γιορτής. Αν μπορούσαμε εμείς, όσες μητέρες σήμερα γιορτάζουμε, να δώσουμε μια αγκαλιά σε κείνες τις μητέρες που απόμειναν να ζουν με μια άδεια, έρημη φωλιά.
Για να γιορτάζουμε όλες μαζί, την ευλογία που δεχτήκαμε να γίνουμε μάνες.
Για να τιμήσουμε, σαν τις προγόνους μας, την ανανέωση της γης που μας γέννησε.
Για να διεκδικήσουμε, σαν τη μητέρα της Άννα Τζάρβις, την παγκόσμια ειρήνη.
Εμείς, όλες μαζί, οι μανάδες της γης.

 

karalitsa2@gmail.com