ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΚΟΥΤΕΡΗΣ

Διακύβευση αξιοπιστίας και ανταγωνιστική ψήφος

Υ
στερα από δέκα χρόνια οικονομικής κρίσης μια πανδημία και ένα ενεργειακό πόλεμο ο δικομματισμός, μας δείχνει να παθιάζεται για ένα βασικό μέγεθος, για μισθούς, συντάξεις και επιδόματα. Δηλαδή για αριθμούς. Οραματικό στοιχείο για την Ελλάδα του 2030 δεν φαίνεται πέραν από τους οικονομικούς στόχους.
Το κυβερνητικό επίπεδο κινείται γύρω από τους ρυθμούς ανάπτυξης, επενδύσεις, εξαγωγές, αυξήσεις μισθών και συντάξεων καθώς και στην ψηφιοποίηση του κράτους. Ενώ η αξιωματική αντιπολίτευση αναφέρεται στην αύξηση του κατώτατου μισθού, επαναφορά της πασοκικής ΑΤΑ, και 13ης σύνταξης, αναστολή πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας.
Θρησκευτική προσήλωση στο πορτοφόλι των ψηφοφόρων. Φυσικά τα οικονομικά αποτελούν σημαντικό σκέλος στην ζωή μας αλλά όχι το μοναδικό. Εξαντλούμεθα μονοδιάστατα σε μια υλική διάσταση, αγνοούντες τα θέματα ποιότητας της Δημοκρατίας, Δικαιοσύνης και κυρίως υπέρβαση μιας κουλτούρας διχασμού μαύρου – άσπρου.
Όταν ο πολιτικός φανατισμός οδηγείται στα άκρα θολώνει και η διάκριση μεταξύ συμβολικής και πραγματικής βίας. Το μίσος μπορεί να στραφεί τυφλά εναντίον οιουδήποτε που ακόμη και αν σιωπά.
Ο κ. Τσίπρας μιλάει για συμμαχία προοδευτικών δυνάμεων που στηρίζεται σε αρχές. Το ΚΚΕ αποκλείει συνεργασία μαζί του το οποίο θα βρει μερικές θέσεις στην βουλή χωρίς να διεκδικήσει τίποτε περισσότερο απ’ ό,τι είναι σήμερα. Όμως, όλοι οι υπόλοιποι ό,τι κι αν λένε, αν τους δοθεί η ευκαιρία θα φλερτάρουν με την ιδέα. Εάν την Ελλάδα κυβερνούσε η προοδευτική συμμαχία, θα έπαιρνε διαφορετική θέση απέναντι στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία απ’ αυτή που τηρεί σήμερα η χώρα.
Βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ είναι γνωστό ότι ισχυρίστηκε πως αντί να στέλνουμε όπλα στους Ουκρανούς να στέλνουμε σταφίδες και πως θα συνεννοηθεί με το ΠΑΣΟΚ που συντάσσεται με την ευρωπαϊκή πολιτική, ενώ ο κ. Βαρουφάκης διερωτάται «τι αξίζει η Ευρώπη μπροστά σε μένα».
Έτσι για να ξέρουμε ποια είναι τα πραγματικά διλήμματα αρχών που θα επηρεάσουν την ψήφο μας και τι σημαίνει προοδευτική συμμαχία, όταν το φερόμενο ως τρίτο κόμμα αρνείται την πρωθυπουργία στους κ. Μητσοτάκη και κ. Τσίπρα, η οποία παίρνει την μορφή του αγνώστου. Ο δε κ. Βαρουφάκης υποστηρίζει ότι να του κοπεί το χέρι από τον ώμο (παρά) να συνεργαστεί με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Πάντως τον κ. Ανδρουλάκη, ως υπέρμαχο της σοσιαλδημοκρατίας όπως περίτρανα διακηρύσσει, δεν τον ενδιαφέρει η καρέκλα!.. απλώς δεν αποκλείεται να θυμάται τις φωνές του πλήθους το 1974 «Στις δεκαοκτώ σοσιαλισμό». Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε τηλεοπτική του συνέντευξη έκανε περιέργως την παραδοχή «Προφανώς και λέγονται άλλα πράγματα προεκλογικά γιατί είναι ανταγωνιστική η διαδικασία της ψήφου». Δεν μπορεί κανείς να διαφωνήσει ότι ακούγονται κατά την προεκλογική περίοδο υπερβολές και υποσχέσεις προς άγραν ψήφου και δεν είναι κάτι το καινούργιο. Καθ’ όσον με αφοπλιστική ειλικρίνεια ή περίσσιο κυνισμό παραδέχθηκε τούτο.
Όποτε οι εξαγγελίες για κατώτατο μισθό των 800 ευρώ για την επαναφορά της 13ης σύνταξης και επανακρατικοποίηση της ΔΕΗ εμπίπτουν στην αναγκαιότητα της ανταγωνιστικής ψήφου. Όταν κουβαλάς στην πλάτη σου το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, δύσκολα πείθεις γι’ αυτά που υπόσχεσαι.
Την περίοδο εκείνη το είπαν οι ίδιοι αυταπάτη, σήμερα το αποκαλούν ανταγωνιστική διαδικασία της ψήφου, η οποία είναι τέτοια εξ ορισμού.
Είναι αλήθεια ότι τα κόμματα προσπαθούν να παρουσιάσουν ένα ελκυστικό πρόσωπο, ένα όραμα και ένα πρόγραμμα που θα κινείται στην κατεύθυνση του οράματος. Οι μεν ενεργούν να διατηρήσουν την εξουσία, οι δε πως θα την κατακτήσουν. Το ελκυστικό πρόσωπο με τους επικοινωνιολόγους εύκολα. Οι ψηφοφόροι αρέσκονται στους επίγειους παράδεισους για να δραπετεύσουν από την καθημερινότητά τους.
Ένα μικρό κόμμα μπορεί να υπόσχεται ό,τι θέλει δεν θα τους ζητήσει κατά κανόνα κανένας τον λόγο. Όμως στα κόμματα εξουσίας διακυβεύεται η αξιοπιστία τους, οι σχέσεις τους με τους πολίτες.
Δεν αρκεί η παραδοχή της αυταπάτης ή του ρομαντισμού, ούτε η πρόσφατη θέση περί ανταγωνιστικής διαδικασίας της ψήφου.
Δοθέντος ότι αν διαρραγεί η σχέση ψηφοφόρων με το κόμμα, δύσκολα αποκαθίσταται.
Κρίνουμε φρόνιμο να παραθέσουμε προς τούτο ενόψει των εκλογών τον παρακάτω προβληματισμό και ερώτημα. Τι να θέλουν άραγε τελικά εκείνοι που δηλώνουν το επάγγελμα «πολιτικός». Με αυτά τα λόγια το 1828 προσφώνησε τον Καποδίστρια στην Αίγινα ο φιλόσοφος και εκπαιδευτικός Θεόφιλος Καΐρης, μόλις είχε πατήσει το πόδι του στην Ελλάδα. Προς τούτο τόνισε ιδιαιτέρως ότι, αν κατορθώσεις στους Έλληνες να παύσουν οι διχόνοιες, διαλυθούν οι φατρίες να ισχύουν και εφαρμόζονται οι νόμοι. Αν εμπνεύσεις ομόνοια και αγάπη προς την πατρίδα, ω, πόση δόξα τότε και μόνον σε περιμένει κλπ.
Ήταν η εναρκτήρια πολιτική ευχή ειπωμένη από τον δάσκαλο του γένους αλλά και τους Θ. Κολοκοτρώνη και Μακρυγιάννη που δήλωναν ότι η Πατρίδα δεν θα σωθεί εάν το εγώ δεν γίνει εμείς.
Και σήμερα ακόμη ο πολιτικός εκλέγεται να επανεκλεγεί, να βγάλει χρήματα, να έχει δύναμη και ισχύ. Όταν πλησιάζει το τέλος της θητείας του αναρωτιέται κατά πόσο κατάφερε να εφαρμόσει τα λόγια του Καΐρη για να αποκτήσει το σπάνιο περιτύλιγμα της ανθρώπινης μνήμης, που λέγεται δόξα η πιο κρυφή και μεγάλη λαχτάρα του πολιτικού.
Ο τρόπος που λειτουργεί το χρηματιστήριο της υστεροφημίας, παραμένει το ίδιο, αδιάφορος, αδιάβροχος και αδιαφιλονίκητος.
Η λέξη δόξα είναι υπερβολική, ο αφρός που αφήνει πίσω του κάθε πολιτικός βίος χαράζει τα νερά της μνήμης μας, του οποίου στο τέλος θα θέλαμε καθαρό.

 

Ο κ. Ιωάννης Σκουτέρης είναι Δικηγόρος, τέως αντιδήμαρχος Χολαργού