Θα άντεχε έναν Daniel η Αττική;
ΤΡΕΙΣ ΕΙΔΙΚΟΙ ΑΠΑΝΤΟΥΝ

Θα άντεχε έναν Daniel η Αττική;

Συνεχίζεται ο έλεγχος σε υποδομές και κτίρια στις πληγείσες περιοχές από μηχανικούς του ΤΕΕ, εθελοντές και μηχανικούς των κρατικών υπηρεσιών είπε στην ΕΡΤ ο πρόεδρος του Συλλόγου Πολιτικών Μηχανικών Ελλάδος Βασίλης Μπαρδάκης.

Τ
α μεγέθη του Ντάνιελ δεν υπήρχαν σε κανένα σενάριο, είναι απίθανα, είναι πολύ μεγάλα και τα ύψη πλημμύρας και τα αντίστοιχα ύψη βροχής δεν θα μπορούσαν να έχουν μπει σε κάποιο σχεδιασμό.

Οι κολώνες των γεφυρών που κατέρρευσαν δεν είχαν πολύ βαθιά θεμελίωση. Τώρα στις καινούριες γέφυρες μπορεί να έχουμε πασσάλους και να κατεβαίνουμε στο έδαφος και ακόμα και 30 μέτρα.

Τα έργα αποκατάστασης σήμερα φαίνεται ότι τρέχουν πιο γρήγορα, οπότε κάποια πρώτα έργα για τις βασικές υποδομές θα μπορούσαν μέσα σε κάποιους μήνες, σε ένα χρόνο να έχουν ολοκληρωθεί. Μέχρι τότε θα πρέπει να μιλάμε για προσωρινές λύσεις, είπε.

Είμαστε απροετοίμαστοι σε ακραία γεγονότα που μπορεί να συμβούν μια φορά στα 100 έτη, είπε στην ΕΡΤ η αναπληρώτρια καθηγήτρια Διαχείρισης Λεκάνης Απορροής Ουρανία Τζωράκη.

Στην Αττική, μετά τη Μάνδρα, η οποία δυστυχώς είναι ένα πάρα πολύ άσχημο γεγονός που προκάλεσε τεράστιες ζημιές και απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, έχουν γίνει πάρα πολλές ενέργειες, έχουν γίνει μελέτες, έχουν διευθετηθεί έργα, έχει εντοπιστεί ότι εξακολουθεί το πρόβλημα να υπάρχει γύρω από τις ευρύτερες περιοχές της Μάνδρας και της Ελευσίνας. Εξακολουθούν οι περιοχές αυτές να βρίσκονται σε μεγάλη επικινδυνότητα.

Τα έργα, οι μελέτες και οι διευθετήσεις επικεντρώνονται σε δύο σημεία, κυρίως στην ευρύτερη περιοχή της Μάνδρας και της Ελευσίνας, αλλά και στον Κηφισό ποταμό.

Ο Κηφισός είναι ένα από τα πιο μελετημένα ποτάμια στο λεκανοπέδιο Αττικής, γιατί είναι το μεγαλύτερο και παροχετεύει σχεδόν το 70% της απορροής του λεκανοπεδίου. Έχουν ξεκινήσει τα έργα διευθέτησης του από το 1890. Φανταστείτε λοιπόν ότι 133 χρόνια προσπαθούμε και δουλεύουμε σε συνέργεια με τη φύση για να αντιμετωπίσουμε τα πλημμυρικά γεγονότα σε αυτό το ποτάμι.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα του Κηφισού σήμερα είναι το κομμάτι το ανοιχτό από τις Τρεις Γέφυρες μέχρι τον Κόκκινο Μύλο και την Αττική Οδό, είπε στην ΕΡΤ ο πολιτικός μηχανικός μελετητής υδραυλικών έργων Δημήτρης Σωτηρόπουλος.

Είναι η παλιά η ανοικτή τραπεζοειδής διατομή που  κατασκευάστηκε το 1960 σαν αρχική διευθέτηση προκειμένου να γίνει η εθνική οδός.

Σήμερα η παροχέτευση που μπορούμε να εξασφαλίσουμε είναι πολύ μικρότερη από μια μεγάλη βροχόπτωση πεντηκονταετίας.

Έτσι καταλήξαμε στο να αξιοποιήσουμε μια πρόταση που είχε γίνει κατά τον σχεδιασμό της Αττικής Οδού να μην καθαιρεθεί ένα παλιό τεχνικό έργο που υπήρχε στα πλαίσια της Τάφρου Ελευσίνας, ένας δίδυμος ωοειδής οχετός, και να γίνει γέφυρα, να παραμείνει και να επεκταθεί. Να γίνουν κάποια συμπληρωματικά έργα και να προβλεφθεί και ένας υπερχειλιστής, έτσι ώστε να μπορέσει να συγκρατηθεί ένα όγκος νερού.

Σχετικά με πολλούς δήμους της Αττικής όπως πχ το Περιστέρι, το Αιγάλεω, το πρόβλημα που υπάρχει είναι ότι τα έργα αποχέτευσης ομβρίων τα οποία εξυπηρετούν τοπικές περιοχές όπως το Περιστέρι, όπου είναι αρκετά ελλειμματικό το δίκτυο ομβρίων στην περιοχή, χρειάζονται να γίνουν έργα για να ανακουφίσουν την περιοχή αυτή καθεαυτή. Τα έργα απορροής ομβρίων αποχέτευσης ομβρίων είναι αντιπλημμυρικά, γιατί η λογική αν θέλετε, όπως είναι η δεξαμενή ανάσχεσης που συζητάμε, είναι να γίνονται μικρές πλημμύρες, οι τοπικές να μην δημιουργούν μεγάλο πρόβλημα, να μην μιλάμε για ανθρώπινες ζωές και περιουσίες, αλλά για μερικούς πόντους νερό σε κάποια σημεία.

Τα τοπικά δίκτυα αποχέτευσης ομβρίων σχεδιάζονται για βροχοπτώσεις πενταετίας, οι συλλέκτες ομβρίων για δεκαετία και τα ποτάμια πια πάμε σε ρέματα για πεντηκονταετία.

Εάν είχαμε ένα φαινόμενο σαν τον Ντανιέλ στην Αττική, θα είχαμε ροή νερού όχι στάσιμα νερά όπως στη Θεσσαλία, θα είχαμε κάποια τοπικά προβλήματα.

Το καλύτερο που μπορούμε να επενδύσουμε αυτή τη στιγμή είναι να επενδύσουμε σε συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης και στην εκπαίδευση των πολιτών και των σχολείων και μέσω των ομάδων.

Να ξέρουμε ακριβώς τι θα πρέπει να γίνει. Δηλαδή να ξέρει ο διευθυντής ενός σχολείου τι θα κάνει σε περίπτωση που θα έχει μια τέτοια πλημμύρα, πώς θα διαχειριστεί την κατάσταση και τους μαθητές του.

Όλοι και όλες οι ομάδες θα πρέπει να δουλέψουν σε αυτό. Είναι λιγότερο χρονοβόρο και τουλάχιστον εμάς είναι κάπως πιο άμεσο και καλά. Συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης ανεπτυγμένα με τελευταίας τεχνολογίας αισθητήρες και λογισμικά που να μπορούμε να έχουμε όσο το δυνατόν μια πιο αξιόπιστη προειδοποίηση.

Η πλημμύρα προκύπτει από βροχόπτωση. Υπάρχει πρόβλεψη γι’ αυτό, δεν είναι σεισμός που θα μας έρθει ξαφνικά. Επομένως υπάρχει χρονικό διάστημα και τώρα υπήρχαν οι προβλέψεις. Δεν ήταν δεδομένο το μέγεθος του, αλλά ότι ξέραμε ότι θα ήταν ακραίο φαινόμενο. Αυτό που χρειάζεται είναι σχεδιασμός ενεργειών για τις οποίες υπάρχει το χρονικό διάστημα. Δεν μας έρχεται ξαφνικά η πλημμύρα. Αυτό είναι το μεγάλο πλεονέκτημα που έχουμε.

Έως και 10 φορές πιο πιθανές οι έντονες βροχοπτώσεις στην Ελλάδα λόγω της κλιματικής αλλαγής, σύμφωνα με μελέτη

«Η κλιματική αλλαγή και άλλοι ανθρώπινοι παράγοντες επιδείνωσαν τις καταστροφές από τις πλημμύρες στη Λιβύη και την Ελλάδα. Η ανθρωπογενής υπερθέρμανση συνέβαλε ώστε οι έντονες βροχοπτώσεις να είναι έως και 10 φορές πιο πιθανές στην Ελλάδα, τη Βουλγαρία και την Τουρκία και έως και 50 φορές πιο πιθανές στη Λιβύη, ενώ παράγοντες όπως οι κατασκευές σε πεδιάδες με μεγάλο πλημμυρικό κίνδυνο, η κακή συντήρηση των φραγμάτων και άλλοι τοπικοί παράγοντες συνετέλεσαν ώστε οι βροχοπτώσεις να μετατρέψουν τα ακραία καιρικά φαινόμενα σε ανθρωπιστική καταστροφή».

Αυτά επισημαίνει μεταξύ άλλων μελέτη που διεξήχθη από 13 ερευνητές ως μέλη της ομάδας World Weather Attribution, συμπεριλαμβανομένων επιστημόνων από πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα στην Ελλάδα, την Ολλανδία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Οι έντονες βροχοπτώσεις, που προκάλεσαν καταστροφές σε μεγάλα τμήματα της Μεσογείου στις αρχές Σεπτεμβρίου, είναι πιο πιθανό να συμβούν λόγω της κλιματικής αλλαγής η οποία είναι αποτέλεσμα των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, σύμφωνα με την ταχεία ανάλυση που πραγματοποιήθηκε από διεθνή ομάδα κλιματικών επιστημόνων από την ομάδα World Weather Attribution.

Η μελέτη διαπίστωσε επίσης ότι η καταστροφή που προκλήθηκε από την έντονη βροχόπτωση ήταν πολύ μεγαλύτερη λόγω παραγόντων που περιελάμβαναν κατασκευές σε περιοχές επιρρεπείς στις πλημμύρες, την αποψίλωση των δασών αλλά και τις συνέπειες των συγκρούσεων στη Λιβύη.

Για το ιστορικό της μετεωρολογικής κατάστασης αναφέρεται ότι στις αρχές Σεπτεμβρίου, ένα αποκομμένο χαμηλό που επηρέασε την Ισπανία και ένα σύστημα χαμηλής πίεσης με το όνομα Daniel, το οποίο σχηματίστηκε στην Ανατολική Μεσόγειο, προκάλεσαν ισχυρές βροχοπτώσεις σε διάστημα 10 ημερών σε πολλές χώρες, όπως στην Ισπανία, Ελλάδα, Βουλγαρία, Τουρκία και στη Λιβύη.

Για να ποσοτικοποιηθεί η επίδραση της κλιματικής αλλαγής στις βροχοπτώσεις της περιοχής, οι επιστήμονες ανέλυσαν κλιματικά δεδομένα και προσομοιώσεις κλιματικών μοντέλων για να συγκρίνουν το κλίμα του παρελθόντος με τη σημερινή κλιματική πραγματικότητα, μετά από άνοδο κατά περίπου 1,2 ° C βαθμών της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη έναντι αυτής που επικρατούσε στα τέλη του 19ου αιώνα. Η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε για την ανάλυση έχει αξιολογηθεί και δημοσιευθεί σε επιστημονικά περιοδικά.

Οι επιστήμονες χώρισαν την ανάλυσή τους σε τρεις περιοχές:

– τη Λιβύη, όπου η ανάλυση επικεντρώθηκε στο βορειοανατολικό τμήμα της χώρας, όπου έπεσε το μεγαλύτερο μέρος της βροχόπτωσης,

– την Ελλάδα, Βουλγαρία και Τουρκία, όπου η ανάλυση εξέτασε τη μέγιστη βροχόπτωση σε τέσσερις συνεχόμενες ημέρες και

– την Ισπανία, όπου το μεγαλύτερο μέρος της βροχής έπεσε μέσα σε λίγες μόνο ώρες.

Για τη Λιβύη, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι η ανθρωπογενής κλιματική αλλαγή έκανε το φαινόμενο έως και 50 φορές πιο πιθανό να συμβεί, και προκάλεσε έως και 50% περισσότερες βροχοπτώσεις κατά την περίοδο αυτή, ως αποτέλεσμα των ανθρωπογενών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Το φαινόμενο εξακολουθεί να είναι εξαιρετικά ασυνήθιστο και μπορεί να αναμένεται να συμβεί μόνο μία φορά στα 300-600 χρόνια, στο σημερινό κλίμα.

Για την Ελλάδα, τη Βουλγαρία και την Τουρκία ως σύνολο, η ανάλυση έδειξε ότι η κλιματική αλλαγή έκανε το φαινόμενο έως και 10 φορές πιο πιθανό να συμβεί, και προκάλεσε έως και 40% περισσότερες βροχές, ως αποτέλεσμα των ανθρώπινων δραστηριοτήτων που έχουν θερμάνει τον πλανήτη. Για αυτή τη μεγάλη περιοχή, η οποία περιλαμβάνει τμήματα των τριών χωρών, το γεγονός είναι πλέον αρκετά κοινό και μπορεί να αναμένεται περίπου μία φορά κάθε 10 χρόνια, πράγμα που σημαίνει ότι έχει 10% πιθανότητα να συμβαίνει κάθε χρόνο.

Συγκεκριμένα όμως για την κεντρική Ελλάδα, όπου σημειώθηκαν οι ισχυρότερες βροχοπτώσεις και σημειώθηκαν οι περισσότερες καταστροφές, το φαινόμενο είναι λιγότερο πιθανό και αναμένεται να εμφανίζεται μόνο μία φορά κάθε 80-100 χρόνια, που ισοδυναμεί με πιθανότητα 1-1,25% να συμβαίνει κάθε χρόνο.

Στην Ισπανία, όπου το μεγαλύτερο μέρος της βροχής έπεσε σε λίγες μόνο ώρες, οι επιστήμονες υπολόγισαν ότι τέτοιες έντονες βροχοπτώσεις αναμένονται μία φορά κάθε 40 χρόνια, αλλά δεν μπόρεσαν να πραγματοποιήσουν πλήρη ανάλυση, καθώς τα διαθέσιμα κλιματικά μοντέλα δεν αποτυπώνουν ορθά τις ισχυρές βροχοπτώσεις σε χρονικές κλίμακες μικρότερες της μιας ημέρας.

Σημειώνεται ότι τα παραπάνω ευρήματα έχουν μεγάλες μαθηματικές αβεβαιότητες, καθώς τα φαινόμενα συνέβησαν σε σχετικά μικρές περιοχές και τα περισσότερα κλιματικά μοντέλα δεν αντιπροσωπεύουν καλά τη βροχόπτωση σε αυτές τις μικρές χωρικές κλίμακες. Αν και οι επιστήμονες δεν μπορούν να αποκλείσουν εντελώς την πιθανότητα η κλιματική αλλαγή να μην έχει επηρεάσει την πιθανότητα εμφάνισης και την ένταση των φαινομένων, είναι βέβαιοι ότι έπαιξε ρόλο για τρεις κύριους λόγους:

– Οι αυξημένες θερμοκρασίες γενικά οδηγούν σε πιο έντονες βροχοπτώσεις και οι μελέτες προβλέπουν ισχυρότερες βροχοπτώσεις στην περιοχή αυξανομένης της θερμοκρασίας.

– Δεν εντοπίστηκαν στοιχεία για παράγοντες που μπορεί να καθιστούν λιγότερο πιθανή την ισχυρή βροχόπτωση και να εξισορροπούν την επίδραση της κλιματικής αλλαγής.

– Τα στοιχεία των μετεωρολογικών σταθμών στην περιοχή δείχνουν τάση προς ισχυρότερες βροχοπτώσεις.

Λόγω των περιορισμών που τίθενται από τα κλιματικά μοντέλα, οι επιστήμονες δεν έδωσαν μια κεντρική εκτίμηση για την επίδραση της κλιματικής αλλαγής, όπως έκαναν σε προηγούμενες μελέτες, αλλά έδωσαν ένα ανώτατο όριο της επίδρασης αυτής. Ένα βασικό εύρημα της μελέτης είναι ότι οι πολύ μεγάλες επιπτώσεις που παρατηρήθηκαν σε ορισμένες από τις περιοχές προκλήθηκαν από έναν συνδυασμό υψηλής ευπάθειας του πληθυσμού και της έκθεσής του στο γεγονός. Για παράδειγμα στην πληγείσα περιοχή στη Κεντρική Ελλάδα, οι περισσότερες πόλεις και κοινότητες και μεγάλο μέρος των υποδομών βρίσκονται σε περιοχές με μεγάλο πλημμυρικό κίνδυνο. Στη Λιβύη, ένας συνδυασμός πολλών παραγόντων, όπως η μακροχρόνια ένοπλη σύγκρουση, η πολιτική αστάθεια, τα πιθανά σχεδιαστικά ελαττώματα και η κακή συντήρηση των φραγμάτων συνέβαλαν στην καταστροφή. Η αλληλεπίδραση αυτών των παραγόντων και οι ισχυρές βροχοπτώσεις που επιδεινώθηκαν από την κλιματική αλλαγή, δημιούργησαν την ακραία καταστροφή.

«Τα ακραία ποσά βροχοπτώσεων που έπληξαν την κεντρική Ελλάδα και οι καταστροφικές τους επιπτώσεις αποτελούν ένα κομβικό σημείο προς την κατεύθυνση ανάγκης επανασχεδιασμού των συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης τα οποία να είναι προσανατολισμένα στις επιπτώσεις, της ικανότητα απόκρισης της Πολιτικής Προστασίας και των υποδομών ώστε να είναι περισσότερο ανθεκτικές στην εποχή της κλιματικής αλλαγής», δήλωσε η διευθύντρια Ερευνών στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, Βασιλική Κοτρώνη.

Στην Μεσόγειο που αποτελεί “hotspot” «των κινδύνων που τροφοδοτούνται από την κλιματική αλλαγή» αναφέρθηκε η Λέκτορας στην Επιστήμη του Κλίματος στο Grantham Institute – Climate Change and the Environment, Imperial College London Friederike Otto. «Η Μεσόγειος είναι ένα hotspot των κινδύνων που τροφοδοτούνται από την κλιματική αλλαγή. Μετά από ένα καλοκαίρι καταστροφικών καυσώνων και πυρκαγιών με πολύ σαφές αποτύπωμα της κλιματικής αλλαγής, η ποσοτικοποίηση της συμβολής της υπερθέρμανσης του πλανήτη σε αυτές τις πλημμύρες αποδείχθηκε πιο δύσκολη. Αλλά δεν υπάρχει απολύτως καμία αμφιβολία ότι η μείωση της ευπάθειας και η αύξηση της ανθεκτικότητας σε όλους τους τύπους ακραίων καιρικών συνθηκών είναι υψίστης σημασίας για τη διάσωση ζωών στο μέλλον», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Από την πλευρά της η διευθύντρια στο Κέντρο Κλίματος του Ερυθρού Σταυρού/Ερυθράς Ημισελήνου Julie Arrighi, , δήλωσε: «Αυτή η καταστροφική καταστροφή δείχνει πώς τα ακραία καιρικά φαινόμενα που προκαλούνται από την κλιματική αλλαγή συνδυάζονται με ανθρώπινους παράγοντες για να δημιουργήσουν ακόμη μεγαλύτερες επιπτώσεις, καθώς περισσότεροι άνθρωποι, περιουσιακά στοιχεία και υποδομές είναι εκτεθειμένοι και ευάλωτοι σε πλημμυρικούς κινδύνους. Ωστόσο, υπάρχουν πρακτικές λύσεις που μπορούν να μας βοηθήσουν να αποτρέψουμε αυτές τις καταστροφές από το να γίνουν κανονικότητα, όπως η ενισχυμένη διαχείριση έκτακτης ανάγκης, οι βελτιωμένες προγνώσεις και τα συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης με βάση τις επιπτώσεις και ο σχεδιασμός υποδομών για το μελλοντικό κλίμα».